Ως Αποθνήσκοντες και ιδού ζώμεν
Τὴ δεκαετία τοῦ 1760, ἕνας Ἱερομόναχος τοῦ Ἁγίου Ὄρους, μὲ ἁπλότητα στὴν πίστη, μὲ μεγάλη θέρμη καὶ ἀγάπη γιὰ τοὺς ὑπόδουλους ἀδελφούς του γένους μας, θὰ ἄνοιγε ἕνα ἄλλο κεφάλαιο, στὴ νεώτερη Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία τῆς Ἑλλάδος, εἰσάγοντας τὴν παρουσία τοῦ μοναχισμοῦ στὸ σύγχρονο Ἱεραποστολικὸ ἔργο.
Ἦταν ἡ ἀσκητικὴ ἐκείνη μὰ συγχρόνως γεμάτη μέ ἀπέραντη ἀγάπη, μορφὴ τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, ποὺ θὰ γέμιζε μὲ ἐλπίδα τὰ χωριὰ καὶ τὶς πόλεις τῆς πατρίδας μας. Ἡ ἰδιότητά του ὡς μοναχοῦ τοῦ Ἁγίου Ὄρους δὲν τὸν ἐμπόδισε νὰ βοηθήσει καὶ νὰ κηρύξει τὴν πίστη στὸ ὑπόδουλο γένος, νὰ στηρίξει καὶ νὰ παραμυθήσει τὸ λαὸ ἀπὸ τὸν πόνο τῆς Ὀθωμανικῆς σκλαβιᾶς, νὰ καυτηριάσει τὴν ἀπομάκρυνση τοῦ λαοῦ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὅπως οἱ προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, νὰ κηρύξει μετάνοια, ὑπομονὴ καὶ πίστη στὸν ταλαιπωρημένο Ἑλληνισμό, νὰ συμβάλει τὰ μέγιστα στὴν παιδεὶα τοῦ σκλαβωμένου λαοῦ μας καὶ νὰ διασώσει τὴν γλώσσα ἀπὸ τὸν ὑποκείμενο ἀφανισμὸ ἢ τουλάχιστον τὴν ἀλλοίωση καὶ τὴ λήθη.
Τὸ σημαντικότερο βέβαια ἀπὸ ὅλα, ἦταν νὰ φτάσει μέχρι τοῦ μαρτυρικοῦ τέλους, γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ αὐτῆς του τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν συνάνθρωπο ποὺ εἶναι τὸ ὕψιστο ποὺ μπορεῖ νὰ προσφερθεῖ, κατὰ τὸν Εὐαγγελικὸ λόγο, «μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει, ἵνα τις τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ» (Ἰω. 15, 13).
Ἀναφορικὰ μὲ τὴν ἐπιπρόσθετη ἱεραποστολικὴ κλήση του, συνήθιζε νὰ λέει στοὺς ἀδελφοὺς τῆς Μονῆς τὰ ἑξῆς:
«ἀκούοντας ἐγὼ ἀδελφοί μου, τοῦτον τὸν γλυκύτατον λόγον, ὁποὺ λέγει ὁ Χριστός μας, νὰ φροντίζωμεν καὶ διὰ τοὺς ἀδελφούς μας, μ’ ἔτρωγεν ἐκεῖνος ὁ λόγος μέσα εἰς τὴν καρδίαν τόσους χρόνους, ὡσὰν τὸ σκουλῆκι ὁποὺ τρώγει τὸ ξύλον, τὶ νὰ κάνω καὶ ἐγὼ στοχαζόμενος εἰς τὴν ἀμάθειάν μου… Ὅθεν ἄφησα τὴν ἰδικήν μου προκοπήν, τὀ ἰδικόν μου καλόν, καὶ ἐβγῆκα νὰ περιπατῶ ἀπὸ τόπον εἰς τόπον καὶ διδάσκω τοὺς ἀδελφούς μου».
Ἐνῶ σὲ ἄλλο σημεῖο:
«ἄς χάσῃ ὁ Χριστὸς ἐμένα, ἕνα πρόβατον, καὶ ἂς κερδίσῃ τὰ ἄλλα. Ἴσως ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ εὐχή σας σώσῃ καὶ ἐμένα»
(διδαχαί, Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, Διδαχή Α4).
Πόσο κουράγιο πρέπει νὰ ἔχει κανεὶς γιὰ νὰ λέει ἄραγε αὐτὴν τὴν κουβέντα. Μᾶς θυμίζει τὴν μεγάλη ἐκείνη ρήση τοῦ Ἀποστόλου: “ηὐχόμην γὰρ ἀνάθεμα εἶναι αὐτὸς ἐγὼ ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν μου τῶν συγγενῶν μου κατὰ σάρκα” (Ρωμ. 9, 3).
Ὅμως, ἀναλογισθήκαμε ποτέ τὶ προεκτάσεις ποὺ ἔχει μιὰ τὲτοια κουβέντα; Νὰ εἴμαστε ἔτοιμοι μᾶς λέει ὁ Ἀπόστολος νὰ ὑποστοῦμε ἀκόμα καὶ τὴν ἄκρα αὐτὴ ἀπαξίωση καὶ ὄχι μόνον, ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριό μας γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀδελφῶν. Γιὰ νὰ κατορθώσουμε τὴν σωτηρία τῶν συνανθρώπων μας. Γιατί; Γιατί τότε ἡ δική μας κόλαση, θὰ γίνει ὁ δικός μας Παράδεισος μὲ τὴν Χάρη καὶ τό Θεῖο ἔλεος. Ἤξεραν καλὰ οἱ Ἅγιοι ὅτι ἡ κάθε ἐλπίδα σωτηρίας μας περνάει μέσα ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν αὐτοθυσία γιὰ τὴν σωτηρία τῶν συνανθρώπων μας.

Ἠ ἀγάπη αὐτὴ θὰ φτάσει μέχρι τὸν θάνατο πολλὲς φορές. Μὰ ποτὲ δὲν θὰ ἀντικρύσουμε τὸν θάνατο: “ὡς ἀποθνῄσκοντες καὶ ἰδοὺ ζῶμεν” (Β’ Κορ. 6, 9). Θὰ φτάσει στὴν παίδευση καὶ στὴν ταλαιπωρία, στὴ λύπη, στὴ φτώχια, στὴν τέλεια στέρηση. Μὰ πάντα θὰ εἴμαστε ζωντανοί, κοντὰ στὸν Χριστό, “ὡς παιδευόμενοι καὶ μὴ θανατούμενοι, ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες, ὡς πτωχοὶ πολλοὺς δὲ πλουτίζοντες, ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες” (Β’ Κορ. 6, 9-10).
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί παρ’ ὅλο ποὺ οἱ δυσκολίες τῶν τελευταίων μηνῶν εἶναι ἀνυπέρβλητες, παρʼ ὅλο ποὺ ἡ λύπη μου καὶ ἡ ἀγωνία μου, ἔχουν ἀνέλθει σὲ ἕνα μέγιστο βαθμό, καθὼς ἡ ἐν γένει κατάσταση, τόσο στὸν κόσμο ποὺ μοῦ ἔταξε ὁ Κύριος νὰ διακονήσω, ὅσο καὶ παγκοσμίως, χαρακτηρίζεται πλέον ἀπὸ τὴν ἀβεβαιότητα καὶ τὴν ἀνασφάλεια, εἶμαι μὲ τὶς προσευχές σας, στὸν ἀγῶνα καὶ ἡ ἐλπίς παραμένει ἄσβεστος καὶ ἀμείωτος.
Μὰ πάνω ἀπὸ ὅλα ἡ ἀγάπη μου καὶ ἠ λαχτάρα νὰ δῶ τὴν Ἐπισκοπή μας νὰ προκόπτει καὶ νὰ αὐξάνεται μὲ τὴν Χάρη καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Τότε, ὅταν θὰ δῶ, τὸ πρῶτο αὐτὸ στάδιο τῆς θεμελίωσης τῆς Ἐπισκοπῆς μας νὰ ὁλοκληρώνεται, ἂς κλείσω ἐν εἰρήνῃ τὰ μάτια μου. Αὐτὴ εἶναι ἡ μεγάλη καὶ ἀνείκαστη χαρὰ τῶν Ἱεραποστόλων. Αὐτὴ ἡ προσδοκία, εἶναι λοιπὸν ποὺ μετατρέπεται μέσα μας σὲ πανήγυρη μὲ τὸν χρόνο καὶ μᾶς ποτίζει μὲ τὴν ἐλπίδα τοῦ Κυρίου, ἡ ὁποία εἶναι τὸ “μάνα” τῆς Ἱεραποστολῆς, ἀλλὰ καὶ τοῦ κάθε ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς.
Πολλοὶ ζητοῦν νὰ δοῦν τὸ θαῦμα γιὰ νὰ πιστέψουν μὰ ὅταν ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἀσφαλίσει τὶς δικλεῖδες εἰσόδου στὴ σήματα τὰ ὁποῖα καθημερινὰ μᾶς ἐκμπέμπει ὅλος ὁ κόσμος γύρω μας, τότε ὡς φυσικό ἑπόμενο, ὁδηγούμαστε σὲ λάθος συμπεράσματα.
Ὁ κόσμος γύρω μας εἶναι ἕνα θαῦμα, ποὺ ὅμοιό του μέσα σὲ αὐτὰ τά δισεκατομύρια χρόνια ζωῆς τοῦ πλανήτη μας δὲν ἔχει ἀντικρύσει ἀκόμα ὁ ἀνθρώπινος νοῦς. Ἠ γῆ μας, ὁ κάθε ἄνθρωπος χωριστὰ εἶναι ἕνα μεγάλο θαῦμα, ἀπειροελάχιστο σὲ μέγεθος μέσα στὸ σύμπαν, μὰ ἀσύλληπτο σὲ σοφία, στὸν τρόπο κατασκευῆς του ἀλλὰ καὶ στὸν τρόπο τῆς θαυμαστῆς ἐπιβίωσῆς του. Μὰ ἀκόμα πιὸ μεγάλο εἶναι τὸ θαῦμα ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ προσέρχεται στὴν πίστη μας. Ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ μετανοεῖ καὶ βρίσκει τὸ δρόμου του.
Οἱ ἐκκλησιές μας γεμίζουν μέρα μὲ τὴ μέρα. Εἶπα πολλάκις ὅτι τὸ ἔργο τῆς θεμελίωσης τῆς νεοσύστατης Ἐπισκοπῆς μας καὶ ἀργότερα τῆς ἀνάπτυξῆς της, δὲν εἶναι προσωπικὰ κανενὸς καὶ φυσικὰ οὔτε δικό μου. Ἐμεῖς ἀφήνουμε τὰ χέρια μας καὶ κατʼ ἐπέκτασιν ὅλη μας τὴν ὕπαρξη νὰ τὴν κατευθύνει ἡ θεία βούληση. Αὐτὴ εἶναι ποὺ θὰ συστήσει καὶ θὰ ἀναπτύξει τὸ ἔργο μας καὶ ὄχι ἡ δική μας ἐργασία.

Μὲ αὐτὲς τὶς σκέψεις, σᾶς καταθέτω τὴν χαρά μου ποὺ τελειώσαμε τὴν πρώτη μας Ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Ἄννης καὶ Ἁγίας Αἰκατερίνης, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀκόμα μεγαλύτερή μου χαρὰ καὶ ἱκανοποίηση ποὺ ἀρχίζουμε τὴν οἰκοδόμηση τοῦ δεύτερου Ἱεροῦ μας Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου καὶ τοῦ Ἁγίου Λαζάρου.
Δὲν ἔχουμε πολλὰ, ἀλλὰ μὲ τὰ λίγα αὐτὰ ποὺ μᾶς χαρίζετε ἐσεῖς καὶ τὸ θεῖο ἔλεος, πορευόμαστε καὶ προχωροῦμε ἐμπρὸς βλέποντας τὴν ἑπόμενη ἡμέρα καὶ ὄχι τὸ σήμερα.
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ἔλεγε, ὅτι εἶναι προτιμότερο νὰ ἔχεις σχολεῖα, παρὰ νὰ ἔχεις βρύσες καὶ ποτάμια, γιατὶ ἡ βρύση ποτίζει τὸ σῶμα, ἐνῶ τὸ σχολεῖο τὴν ψυχή. Θὰ ἤθελα νὰ παρακαλέσω τὴν ἀγάπη σας, ὅσοι δύνανται νὰ συμβάλουν στὴν οἰκοδόμηση τοῦ πρώτου μας σχολείου τὸ ὁποῖο θὰ εἶναι ἀφιερωμένο στὸν Ἅγιο Νεκτάριο, ἄς μὴ διστάσουν νὰ ἐπικοινωνήσουν μαζί μας. Ἕνα σχολεῖο δίνει ζωὴ στὴν Ἐκκλησία, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία δίνει τὴν πνευματικὴ μόρφωση στὰ παιδιά.
Θερμῶς εὐχαριστῶ τὴν Ἀδελφότητα Ὀρθοδόξου Ἐξωτερικῆς Ἱεραποστολῆς Θεσσαλονίκης, γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν στήριξη ποὺ παρέχει στὸν ἀγῶνα μας, ἀλλὰ καὶ τὸν κάθε ἕνα ἀπὸ ἐσᾶς προσωπικά, ποὺ μὲ τὸ προσωπικὸ δίλεπτό του συμβάλλει στὴν δημιουργία καὶ τὴν ὑλοποίηση τοῦ θαύματος:
Μιὰ νέα Ὀρόδοξη Ἐπισκοπὴ γεννιέται στὴν καρδιὰ τῆς Ἀφρικῆς. Ἕνας νέος Ἥλιος ἀνατέλλει στὸ σκοτάδι ἑνὸς κόσμου ποὺ μόλις τὸν γνωρίζουμε καὶ μᾶς γνωρίζει.
Καλὴ καὶ εὐλογημένη ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή.
Ὁ Μπούνιας Πολύκαρπος