«…Καί εἶπε Κύριος τῷ ῞Αβραμ· ἔξελθε ἐκ τῆς γῆς σου καὶ ἐκ τῆς συγγενείας σου καὶ ἐκ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου καὶ δεῦρο εἰς τὴν γῆν, ἣν ἄν σοι δείξω…»
Φωνή σταλμένη από τον ουρανό, σημείο δοσμένο από τον Θεό, εστάλη ξαφνικά, πλην όμως, απρόσμενα και μοναδικά στη ζωή του Πατριάρχου Αβραάμ. Φωνή γλυκυτάτη, φωνή προτρεπτική, φωνή που ως κάλεσμα ηχεί και ως ευκαιρία για ολοκληρωτική αφοσίωση αντιλαλεί, στους θόλους της Πατριαρχικής καρδίας του Προπάτορος Αβραάμ.
Και η απόκριση, ωσάν βγαλμένη από τα τρίσβαθα της ψυχής του: «Ἰδοὺ ὁ δοῦλος Κυρίου, γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμα σου… Ποίησόν με οἷον θέλεις καὶ ὡς θέλεις. Κἄν θέλω κἄν μὴ θέλω…»
Που σημαίνει: Μη ρωτήσεις το πώς, μην αναρωτηθείς το γιατί, μη σκεφθείς το μετά, μην προσπαθήσεις να εξηγήσεις, αλλά νεύσε με της καρδιάς την χορδή, το χαριτωμένο μα τόσο ευεργετικό «να ‘ναι ευλογημένο».
Και έχει ο Θεός…
Αυτή τή φωνή ήκουσες και Εσύ, γλυκύτατε και ηγαπημένε μου πνευματικέ πατέρα, μακαριστέ πλέον, Μητροπολίτα Κινσάσας Νικηφόρε και έτσι ακολούθησες εξ απαλών ονύχων, τον εράσμιο Νυμφίο της ψυχής σου, ποθώντας τον μοναχικό βίο και την πλήρη αφιέρωση σε Αυτόν.
Δώσε μου, όμως ευλογία τούτη την ιερή στιγμή, από εκεί που ευρίσκεσαι, να μιλήσω για σένα στους ανθρώπους, ως έκφραση ευγνωμοσύνης και τιμής προς το σεπτό πρόσωπό σου, αν και ξέρω καλά μέσα μου ότι δεν θα ήθελες να γράψω τα παρακάτω λόγια.
Στη θύμησή μου έρχεται η στιγμή, όταν Σε πρωτογνώρισα στο Άγιον Όρος, στο περιβόλι της Παναγιάς μας, που ανθοφορεί από ευλάβεια και μοσχοβολά από αγιότητα και ασκητικότητα, στην ευλογημένη γωνιά αυτή της Πατρίδος μας, όταν μικρός σε ηλικία ήλθα με πόθο ιερό να σπουδάσω τα ιερά γράμματα στην περίφημη και δοξασμένη από λαμπρές προσωπικότητες Αθωνιάδα Σχολή.
Εκεί σε πρωτοθυμάμαι, να στέκεις φάρος αειλαμπής ως Καθηγητής και αργότερα ως Σχολάρχης, φωτεινός οδοδείκτης για όλους μας, πατέρας πνευματικός για τους μικρούς μαθητές της Σχολής, Καθηγητής με ελληνορθόδοξο φρόνημα, μεταλαμπάδευες στις νεανικές μας τότε καρδιές Χριστό και Ελλάδα.
Σε φέρω στη μνήμη μου, να μας μιλάς πάντοτε με αγάπη, να αντιμετωπίζεις τα πάντα με υπομονή, να μας διηγείσαι με συγκίνηση τις αγιορείτικες ιστορίες από τους παλαιούς γεροντάδες που γνώρισες στην αγαπημένη σου αετοφωλιά στην Μικρά Αγία Άννα, αλλά και σε όλο τον Αγιώνυμο Άθωνα.
Και από εκεί, από την Αθωνική Πολιτεία, φωνή και πάλι ήκουσες στα τρίσβαθα της ψυχής σου, πληροφορία που σου θύμιζε τον λόγο του Χριστού: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν».
Ο γλυκύς ήχος της καμπάνας της αγίας μας Ορθοδοξίας τώρα πια σε προσκαλούσε σε ένα άλλο μετερίζι πνευματικό. Σε μια άλλη ιερά αποστολή. Να μεταφέρεις το μήνυμα του Ευαγγελίου, τον λόγο της ελπίδος και της Αναστάσεως στις εσχατιές του σύμπαντος κόσμου. Σε είδαμε στην Εκκλησία της Αλβανίας, να διακονείς με αυταπάρνηση προκειμένου να στερεωθεί και εκεί η Εκκλησιαστική Σχολή και έπειτα στην Θεολογική Σχολή της Κινσάσας, στην Κεντρική Αφρική, αρχικά ως Καθηγητή καί Συντονιστή του εκπαιδευτικού προγράμματος και μετά ταύτα ως Μητροπολίτη Κινσάσας, να εκδαπανάσαι με ζήλο νεανικό και μαχητικό ενθουσιασμό, ωσάν τον Ιησού του Ναυή.
Εκεί στην Κεντρική Αφρική, έμελλαν τα βήματά σου, να χαραχθούν με χρυσά γράμματα και να αφήσουν ανεξίτηλα τα σημεία της δικής σου παρουσίας. Όποιον Κογκολέζο και αν ρωτήσουμε που σε γνώρισε, όλοι θα μας ομολογήσουν, εν ενί στόματι και μιά καρδία, ότι ήσουν ένας άνθρωπος του Θεού, σταλμένος από τον ουρανό για να ομορφύνεις τον κόσμο μας, ένα άγγελος που με τα φτερά της αγάπης σου αγκάλιαζες κάθε πονεμένο και εμπερίστατο αδελφό.
Αυτά που γράφω για σένα σήμερα, περιπόθητε γέροντα, αοίδιμε Μητροπολίτα Νικηφόρε, δεν τα ήκουσα απλώς, ούτε μου τα είπαν, τα έζησα ο ίδιος, ως εμπειρία από κοντά, τό 2012, έτος ορόσημο για την πορεία μου και τη ζωή μου. Τότε, με προσεκάλεσες να έλθω στην άγνωστη για μένα ιεραποστολική Μητρόπολη Κινσάσας και να διακονήσω κοντά σου. Σε θυμάμαι που μου έλεγες με παράπονο-παράκληση: «Από όλους τους μαθητές μου (στην Αθωνιάδα Σχολή) κανένας δεν ήλθε εδώ στην Ιεραποστολή. Έλα εσύ κοντά μου…». Ποιός ήξερε άραγε τό θέλημα του Θεού; Ποιό το σχεδιό Του; Εκεί, με ανάμεικτα συναισθήματα, ήλθα σιμά σου, για να γευθώ τα πλούσια αποτελέσματα της καρποφόρου και καλλικάρπου διακονίας σου στην ιεραποστολική Ήπειρο του μέλλοντος, όπως συχνά-πυκνά ο Μακαριώτατος Πατριάρχης μας, Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής κ.κ. Θεόδωρος ο Β’, αποκαλεί την Αφρική.
Κάθε ημέρα, ολοχρονίς, έτρεχες για να φτιάξεις Ναούς μέσα στην αχανή ήπειρο, για να λατρεύεται ο Τριαδικός Θεός. Αγωνιούσες για την νεολαία της Μητροπόλεώς σου. Συντόνιζες τις κατηχήσεις των νέων χριστιανών. Έδινες το είναι σου για την Θεολογική Σχολή, την οποία θεωρούσες το φυτώριο των νέων στελεχών της Εκκλησίας. Συνεχώς μιλούσες στους νέους φοιτητές της Σχολής, για τον Χριστό, τους έλυνες απορίες, τους δίδασκες, τους κατηχούσες με τα νάματα της αγίας Ορθοδοξίας. Και εκείνοι, οι νέοι Αφρικανοί Χριστιανοί, σε άκουγαν και αντλούσαν από το στόμα σου, ρήματα ζωής αιωνίου.
Εστάθης όλως ιδιαιτέρως στην ίδρυση Σχολείων και Κέντρων Υγείας, προκειμένου να βρίσκουν περίθαλψη όλοι όσοι είχαν ανάγκη ιατρικής βοηθείας. Πάντοτε ήσουν δίπλα στον πόνο των ανθρώπων, κοντά στο πονεμένο αδελφό. Κρατούσες από το χέρι τις χαροκαμένες μάνες που έχαναν τα παιδιά τους από διάφορες ασθένειες και τους μετέδιδες την ελπίδα της Αναστάσεως, ώστε να βρουν παρηγοριά και παραμυθία. Δεν ήθελες να πονά κανένας. Το δάκρυ τους, ήταν δάκρυ σου. Η χαρά τους, χαρά σου. Το χαμόγελο τους, χαμόγελό σου. Θυσία για όλους γινόσουν, χωρίς ιδιοτέλεια και κανένα συμφέρον. Ένα μόνο σε απασχολούσε. Να δοξάζεται το όνομα του Τριαδικού Θεού.
Σημασία μεγάλη επίσης έδιδες στην λειτουργική ζωή και στο τυπικό των Ιερών Ακολουθιών. Πρώτος στην Ακολουθία, ταπεινός ως αληθινός μοναχός, στο στασίδι σου πάντοτε προσευχόμενος, δίδασκες όλους μας με την εύλαλη σιωπή σου και την πηγαία ταπείνωσή σου. Πόσες φορές δεν σε βλέπαμε να πηγαίνεις στην Εκκλησία κρυφά και να ανάβεις λαμπάδες για ανθρώπους που ζητούσαν την προσευχή σου. Πίστευες πολύ στην δύναμη της προσευχής. Έλεγες για όλα τα θέματα: «Έχει ο Θεός». Αυτό φαινόταν στην φεγγοβόλο καρδιά σου και στην φωτεινή ματιά σου. Πίστη γνήσια και ειλικρινής πήγαζε από μέσα σου και αυτό το αισθανόντουσαν όλοι.
Εμφορείσο από γνήσιο μοναχικό πνεύμα και για αυτό έδωσες βάρος στην ίδρυση της πρώτης Ιεράς Μονής επ’ ονόματι της «Παναγίας της Βοηθείας», για να στεγασθούν οι πρώτοι Μοναχοί. Δυστυχώς, η εκ του κόσμου σου αρπαγή και κοίμηση δεν σε άφησε να ολοκληρώσεις το σχέδιο σου αυτό. Ας είναι ευλογημένο το όνομα του Θεού.
Είχες, και αυτό το μετέδιδες σε όλους μας, γνήσιο εκκλησιολογικό φρόνημα, με υπακοή στον Ιεραπόστολο Πατριάρχη μας, που τόσο σε αγαπούσε και έγραψε για σένα, άμα τη εκδημία σου: «Ο αείμνηστος Ιεράρχης Νικηφόρος υπήρξε μια αγία μορφή και από τα σημαντικότερα στελέχη του Αλεξανδρινού Θρόνου».
Μακαριστέ Μητροπολίτα Κινσάσας, Νικηφόρε,
Ευχαριστούμε τον Θεό που σε χάρισε στη γη μας και στην Αλεξανδρινή Εκκλησία.
Σου οφείλουμε πολλά!
Σε ευχαριστούμε που υπήρξες στην ζωή μας.
Σε ευχαριστούμε που μας δέχθηκες στην πατρική αγκαλιά σου.
Σε ευχαριστούμε που μας στάθηκες σε ώρες δύσκολες και κρίσιμες για τη ζωή μας.
Σε ευχαριστούμε που με την ταπεινή σου παρουσία πότισες το δέντρο της Ορθοδοξίας στην Αφρικανική Ήπειρο και ιδιαιτέρως στην Ιερά Μητρόπολη Κινσάσας.
Σε ευχαριστούν τα παιδιά της Μητροπόλεώς σου, που τα βάπτισες χριστιανούς. Που τους έδωσες ψωμί να φάνε.
Σε ευχαριστούν οι Κληρικοί σου, που με τόση πατρική στοργή περιέβαλες.
Σε ευχαριστούν οι νέοι της Θεολογικής Σχολής «Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης».
Σε ευχαριστούμε όλοι, μικροί και μεγάλοι, νέοι και γέροντες, γιατί ήσουν και θα είσαι για πάντα, ο Μητροπολίτης Νικηφόρος της καρδιάς μας!
Σε ευχαριστούμε για όλα.
Από κει που ευρίσκεσαι σε παρακαλούμε, να προσεύχεσαι για την ευόδωση του ιεραποστολικού έργου της Μητροπόλεώς σου και για όλους εμάς, τα πνευματικά σου παιδιά, να μας ενισχύει ο Θεός στον αγώνα τον πνευματικό.
Ως κατακλείδα, σου αφιερώνω τούτα τα λόγια που ευστόχως εγράφησαν άλλοτε για τον Ιερέα που αφιερώνει τη ζωή του στον Χριστό και σίγουρα βρίσκουν αντίκτυπο στο πρόσωπό σου.
Τιβεριάδα θάλασσα, υπήρξε η καρδιά σου.
Γαλιλαία των Εθνών, η ψυχή σου.
Κήπος των Ελαιών, το είναι σου.
Υπερώο της Πεντηκοστής, η ύπαρξή σου.
Ματωμένος Γολγοθάς, τα χέρια σου τ’ αγιασμένα.
Ζωοδόχος τάφος, η πύρινη ευλογία σου.
Θυσία αναίμακτη, η σταυροαναστάσιμη πορεία σου.
Και, ίσως απορήσετε, αλλά έτσι είναι!
«Ο κάθε Ιερεύς, και εν προκειμένω, ο Αρχιερεύς Νικηφόρος υπήρξε η θυσία ενός ανθρώπου που προσετέθη στη θυσία του Θεανθρώπου».
Αιωνία σου η μνήμη!
Την ευχή σου!
† Ο Κανάγκας Θεοδοσίος
Τοποτηρητής Ιεράς Μητροπόλεως Κινσάσας