Πριν περίπου δύο χρόνια εκοιμήθη στην πόλη Bandundu ένας συγγενής του Εμμανουήλ Diwulu, πτυχιούχου της Θεολογικής Σχολής μας «Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης», ο οποίος, από την στιγμή που απεφοίτησε, διακονούσε ιεραποστολικά στην περιοχή Mitendi, πλησίον της Θεολογικής Σχολής. Έλαβε την άδεια και την ευλογία του Σεβασμιωτάτου να παραστεί στην κηδεία. Συνηθίζουν εδώ η κηδεία κάποιου που πεθαίνει να γίνεται αφού συγκεντρωθούν όλοι ή οι περισσότεροι συγγενείς του νεκρού, όπου και αν βρίσκονται.
Ο Εμμανουήλ έφθασε στην πόλη Bandundu, αλλά οι άλλοι συγγενείς καθυστερούσαν. Το Bandundu είναι πρωτεύουσα της μεγάλης επαρχίας Grand Bandundu, της οποίας το μέγεθος είναι περίπου σε τετραγωνικά χιλιόμετρα διπλάσιο της Ελλάδος. Για να πάει κανείς στην πόλη αυτή, που βρίσκεται 500 περίπου χιλιόμετρα από την Κινσάσα, πρέπει να ταξιδεύσει με ποταμόπλοιο πάνω από δέκα μέρες ή, αν έχει χρήματα, με τα μικρά αεροπλανάκια σε μιάμιση ώρα. Ο δρόμος από την ξηρά είναι κατεστραμμένος από τις πολλές βροχές και σε πολλά σημεία αδιάβατος.
Στην πόλη αυτή καθώς και στην γύρω περιοχή δεν είχε ακουσθεί ο Ορθόδοξος λόγος. Δεν είχε γίνει ιεραποστολή. Ο Εμμανουήλ, όταν έφθασε, δεν έχασε την ευκαιρία και με τον ιεραποστολικό ζήλο που τον διακρίνει άρχισε να μιλά για την Ορθόδοξη Εκκλησία. Πρώτη φορά άκουγαν οι κάτοικοι εκεί για την πίστη μας, δεν την γνώριζαν, έδωσαν προσοχή, σύντομα δημιουργήθηκε η πρώτη ομάδα των κατηχουμένων. Ενημέρωσε ο Εμμανουήλ αμέσως τον Μητροπολίτη, πήρε την ευλογία του και συνέχισε. Ο Θεός ευλόγησε και έτσι δημιουργήθηκαν πέντε-έξι ομάδες κατηχουμένων στις συνοικίες της πόλεως. Συγκεντρώνονταν οι ιθαγενείς μια φορά την εβδομάδα. Η κάθε μια ομάδα χωριστά στην γειτονιά της, τους οποίους κατηχούσε και στην συνέχεια έψαλλαν.
Η Ορθοδοξία ξεκίνησε στην πόλη του Bandundu από μία κηδεία. Ο Μητροπολίτης βλέποντας την πρόοδο αυτή έστειλε τον γραμματέα του Αρχιμ. Γεράσιμο Belesi να συναντήσει τον Εμμανουήλ, να τον ενθαρρύνει και να δεί από κοντά τις ομάδες των κατηχουμένων.
Ο π. Γεράσιμος, μόλις του είπε ο Δεσπότης, ταξίδευσε αμέσως. Όταν έφθασε τον υποδέχθησαν με πολύ χαρά οι ιθαγενείς, συνάντησε τον δήμαρχο της πόλεως, διεβίβασε τις ευχές του Σεβασμιωτάτου, εν συνεχεία συναντήθηκε με τις ομάδες των κατηχουμένων, έκανε τις πρώτες ακολουθίες και λειτούργησε κάτω από τα δένδρα. Πρώτη φορά έβλεπαν ορθόδοξο ιερέα. Ο π. Γεράσιμος ενθουσίασε τον κόσμο με το κήρυγμα και την αγάπη του.
Μόλις ήρθε στην Κινσάσα, συνήλθε αμέσως η επιτροπή της Μητροπόλεως για την επαρχία του Grand Bandundu. Ο π. Γεράσιμος ανέφερε την πρόοδο της ιεραποστολής και εκλήθη και ο Εμμανουήλ και ανέφερε και αυτός την προσπάθεια που γίνεται και την ευλογία του Θεού. Δοξάσαν όλοι τον Θεό. Μια νέα πόρτα άνοιξε που κανείς δεν περίμενε και μάλιστα από μια κηδεία!
Ενα ιεραποστολικό πρόγραμμα σχεδιάστηκε. Ανέλαβε ο π. Γεράσιμος κάθε δεκαπέντε μέρες ή το αργότερο μια φορά τον μήνα να παίρνει το αεροπλάνο και να τους επισκέπτεται, να λειτουργεί και να τους ευλογεί.
Για να μάθει ο κόσμος τι είναι η Ορθοδοξία, αποφασίσθηκε να γίνουν ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές στα τοπικά κανάλια, να ετοιμασθεί ένα τριήμερο σεμινάριο κατά το οποίο τα μέλη της επιτροπής της περιοχής Grand Bandundu να ομιλήσουν για την Ορθοδοξία.
Ξεκίνησε όμως η πανδημία, απαγορεύθησαν οι μετακινήσεις, αποκλείσθηκε η Κινσάσα, απαγορεύθηκε η επικοινωνία διά ξηράς και διά αεροπλάνων προς και από την επαρχία, ήταν αδύνατον πλέον να τους επισκεφθεί ο π. Γεράσιμος και φυσικά αναβλήθηκε το σεμινάριο. Ο Εμμανουήλ συνέχισε μόνος του το ιεραποστολικό έργο. Ευρίσκετο όμως σε συνεχή τηλεφωνική επικοινωνία με τον Μητροπολίτη και τον π. Γεράσιμο και με τα μέλη της επιτροπής.
Μόλις έληξε ο αποκλεισμός της πρωτευούσης και επετράπησαν οι μετακινήσεις, ο π. Γεράσιμος με την ευλογία του επισκόπου έφυγε για την πόλη του Bandundu για να ενισχύσει τον Εμμανουήλ, για να συναντήσει τους κατηχουμένους.
Οι ιθαγενείς τον υποδέχθησαν με πολλή χαρά. Ο πατήρ επισκέφθηκε τον δήμαρχο, με τον οποίο όλο τον καιρό διατηρούσε συχνή τηλεφωνική επικοινωνία, ώστε να συμπαρίσταται στον κατηχητή και στην ιεραποστολική προσπάθεια. Συνάντησε τις ομάδες των κατηχουμένων. Νέα πρόσωπα προστέθησαν, τους μίλησε με πολλή αγάπη. Αυτή την φορά, δεν λειτούργησε κάτω από τα δένδρα όπως την πρώτη φορά, αλλά ενοικιάσθηκε μια αίθουσα και εκεί ύμνησαν τον Θεό, εκεί έγινε η Θεία Λειτουργία. Διεπίστωσαν ο κατηχητής και ο πατήρ ότι έπρεπε πλέον η βάση της ιεραποστολικής προσπάθειας να είναι στο κέντρο της πόλεως . Έτσι ενοικιάσθηκε ένα σπίτι ώστε να είναι εκεί το κέντρο της ιεραποστολής. Ευρέθη κοντά ένα οικόπεδο αρκετά μεγάλο και καλό ώστε μελλοντικά να γίνει εκεί ο πρώτος Ναός. Μας ζήτησαν για την αγορά του οικοπέδου 18.000 δολλάρια, δανεισθήκαμε και το αγοράσαμε. Ήταν μεγάλη ευκαιρία, δεν έπρεπε να το χάσουμε. Χάρηκαν οι κατηχούμενοι, δοξάσαμε τον Θεό για την ευλογία του. Αυτός ανοίγει τον δρόμο, αυτός καθοδηγεί την ιεραποστολή και τους εργάτες του. Αυτός μας φωνάζει συνέχεια: ολιγόπιστοι, εγώ προχωρώ μπροστά, ακολουθήστε με, μη φοβάσθε.
Συγχώρεσέ μας, Χριστέ μας, για την ολιγοπιστία μας. Ενίσχυσέ μας την πίστη. Εσύ, Κύριε, μας είπες ότι θα είσαι μαζί μας μέχρι της συντελείας των αιώνων. Εμείς, αδύνατοι, τυφλοί πνευματικά, δεν βλέπουμε ότι εσύ όλα τα καθοδηγείς. Σε ευχαριστούμε, σε ευγνωμονούμε, σε δοξάζουμε. Συγχώρεσέ μας.
✝Ο Κινσάσας Νικηφόρος