Θα ήθελα, πρόεδρέ μου, να εκφράσω τη μεγάλη μου χαρά που ετοιμάσατε αυτή την όμορφη εκδήλωση, για να εγκαινιάσουμε την έκθεση των χειροτεχνημάτων. Πώς μπορώ να αρχίσω θεολογίες, τη στιγμή που ανοίγεται η καρδιά μου συναισθηματικά, βλέποντας αυτόν τον χώρο, την Αγία Σοφία, αυτόν τον δρόμο, αυτήν τη σκάλα που ανέβαινα! Πόσες αναμνήσεις! Πόσες δυσκολίες! Και όμως, το μόνο που μπορώ να πω: Δόξα τω Θεώ!
Θέλω να ξέρετε, παιδιά μου, πότε έμαθα πρώτη φορά για την Ιεραποστολή: Από τον πνευματικό μου πατέρα Μητροπολίτη Λάμπης και Σφακίων Θεόδωρο. Εμαθήτευσε πάρα τους πόδας Αυγουστίνου του αγίου Γέροντος. Το σπίτι του τόσο ταπεινό στο Ηράκλειο! Τον ονόμαζε ο Γέροντας Αυγουστίνος παιδαριογέροντα. Πήρε μεγάλη ευλογία κοντά στον πατέρα Αυγουστίνο, ήταν συμμαθητές με τον πατέρα Επιφάνιο Θεοδωρόπουλο κι οραματίζονταν μια εκκλησία που θα αναβίωνε το τάγμα των υψηλών πατέρων του Ιωάννου του Χρυσοστόμου και ο καθένας θα αναλάμβανε να έχει έναν τομέα.
Όταν το 1975 εγώ φοιτώ μοναχός εδώ στην Αγία Θεοδώρα, έγινε Μητροπολίτης και μου λέει «παιδί μου, φεύγουμε για την Μητρόπολη Λάμπης και Σφακίων». Το πρώτο που ιδρύσαμε κάτω, όταν φτάσαμε στο Σπήλι είναι ο Σύλλογος Εξωτερικής Ιεραποστολής.
«Θεόδωρε, θέλω μία εκκλησία αγωνιζομένη». Θυμάμαι που μου έλεγε ότι η Εκκλησία στις φυλακές θριαμβεύει και στα ανάκτορα εξευτελίζεται. Έλεγε ότι η οικονομική εξάρτηση φέρνει την πνευματική υποδούλωση. Και ήξερε γι’ αυτούς τους λαούς της Αφρικής. Έτσι λοιπόν, για πρώτη φορά λέγαμε στους ανθρώπους ότι πέρα από την Κρήτη, πέρα από την Ελλάδα, υπάρχει και μια άλλη ήπειρος, που είναι η ήπειρος του μέλλοντος –τότε το πρωτάκουσα–, η Αφρική. Πού να ήξερα, ότι κάποτε ο Θεός θα με είχε ορίσει πατέρα ταπεινό αυτής της Αφρικής!
Χαίρομαι, διότι αναφέρατε τον π. Χρυσόστομο Παπασαραντόπουλο, τον ιδρυτή της Αδελφότητάς σας, και ενθυμούμαι ότι ο μακαριστός Παρθένιος ήταν αρχιγραμματεύς της Ιεράς Συνόδου και για πρώτη φορά, είδε έναν Γέροντα στην αυλή του Πατριαρχείου. Ζήτησε να δει τον Πατριάρχη Χριστοφόρο. Στην αρχή δεν έδωσαν και πολλή σημασία, αλλά επέμενε ο Γέροντας κι έτσι τον δέχτηκαν, τον άκουσαν. Παίρνει ευχή από τον Πατριάρχη Χριστοφόρο και κατεβαίνει και ξεκινάει αυτό το μεγάλο του έργο. Κι όταν βρίσκομαι στον τάφο του, γονατίζω, φιλώ το σταυρό και του λέγω, «Γέροντα Χρυσόστομε, σε ευχαριστώ γιατί πίστεψες». Αν δεν πίστευε σ’ αυτό που έκανε, δεν θα καρποφορούσε.
Έτσι, λοιπόν, ξεκινάει η ιστορία της Ιεραποστολής. Και δειλά-δειλά, αρχίζει το Πατριαρχείο να βλέπει ότι εκτός από τη γη της Αιγύπτου, υπάρχει κι ένας άλλος κόσμος μεγάλος, όμορφος, που διψάει. Και έτσι αρχίζουν να κατεβαίνουν οι πρώτες ιεραποστολές.
Έτσι, λοιπόν, ευχαριστώ τον Θεό, που μετά από τις μεγάλες μου περιοδείες στη Θηβαΐδα του Βορρά, χρόνια ολόκληρα στις παγωμένες στέπες, θέλησε ο Θεός και φώτισε τον Πατριάρχη Πέτρο, που μου λέει εκείνο το πρωινό: «Έλα, Θεόδωρε, κάνε τον σταυρό σου και θα αναχωρήσεις επίσκοπος για το Καμερούν». Η μόνη λέξη που είπα –σαν να τον βλέπω τώρα– ήταν «να ’ναι ευλογημένο, Μακαριώτατε». Και ξεκινάει η δική μου πορεία σε αυτές τις γαλλόφωνες περιοχές.
Και θέλω για λίγο να γυρίσω σ’ εκείνα τα ωραία χρόνια, τότε που ανέβαινα αυτές τις σκάλες προς την Αδελφότητά σας. Τα μόνα εφόδιά μου ήταν ένα μικρό τσαντάκι, το κοντόρασό μου, ένα μικρό κομποσκοίνι. Πόσες φορές κάθισα κουρασμένος, εδώ σ’ αυτήν τη γωνία, να δω τον γιατρό μας, τον αείμνηστο Παναγιώτη Παπαδημητρακόπουλο –ο Θεός να τον αναπαύσει–, να με ακούει ώρες ολόκληρες! Σήμερα με αξιώνει ο Θεός να έρχομαι ως Πάπας και Πατριάρχης, μα πάνω από όλα έρχομαι σαν ταπεινός ιεραπόστολος. Θα σας πω ένα μεγάλο, μεγάλο, μεγάλο ευχαριστώ! Ευχαριστώ που δεν βρήκα ποτέ την πόρτα κλειστή. Το είχα ανάγκη μεγάλη…
Απόψε λοιπόν δεν ήρθα να κάνουμε μιαν ωραία τελετή, να πούμε ωραία λόγια. Αλλά ήρθα να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ, γιατί μετά από λίγες ημέρες ξαναρχίζω τις μεγάλες ιεραποστολικές περιοδείες, για να δω πάλι τα παιδιά μου. Τα έχω αναζητήσει τα μάτια τους τα εκφραστικά. Ξέρω ότι μπορούν να περάσουν ώρες ολόκληρες να με περιμένουν μέσα στις σκόνες, να με υποδεχθούν με τα κλαδιά και να χορεύουν.
Χορεύω κι εγώ μαζί τους, γιατί πρέπει να τους δείξω ότι σέβομαι την παράδοση τους, τα ήθη και έθιμα, αλλά πάνω από όλα προσπαθώ να τους δώσω ένα καθαρό νερό, που λέγεται Ορθοδοξία. Και η Ορθοδοξία, το καταλαβαίνουν ότι δεν είμαστε σαν τα άλλα δόγματα, δεν έχουμε να τους προσφέρουμε χρήματα, είναι λίγες οι δυνατότητες που έχουμε, αλλά όλα είναι μέσα από την καρδία μας.
Ευχαριστώ το Θεό, διότι μου έχει δώσει καλούς αρχιερείς. Ευχαριστώ το Θεό για την ιεραρχία του θρόνου μου, που καταλαβαίνουν την αγωνία μου, καταλαβαίνουν ότι το μέλλον για το δικό μας Πατριαρχείο είναι η Αφρική. Γι’ αυτό και χειροτόνησα και Αφρικανούς επισκόπους, για να τους δείξω ότι η Αφρική είναι ένα κομμάτι και δικό τους αλλά και του Πατριαρχείου μας. Δουλεύουμε τώρα με τα δικά μας παιδιά, κάνοντας ό,τι μπορεί ο καθένας, για να τα εκπαιδεύσουμε και να συνεχίσουν αυτό το έργο το σπουδαίο, το μεγάλο, που λέγεται Ιεραποστολή.
Θέλησε ο Θεός, και ο Απόστολος Μάρκος, όταν τον έστειλε ο Βαρνάβας, είδε την Αιθιοπία, είδε την Λιβύη, αλλά ευλόγησε από την Αλεξάνδρεια έως εσχάτου της Αφρικής, έως το κέρας της Καλής Ελπίδος. Και όλη αυτή η ήπειρος του μέλλοντος τώρα είναι ένα εργοτάξιο.
Θέλω να σας συγχαρώ, να μακαρίσω όμως τον αείμνηστο γιατρό μας, που πίστεψε. Αν δεν πίστευε σ΄ αυτόν τον θεσμό, τίποτα δεν θα γινότανε. Και έδωσαν πολλά αυτοί οι άνθρωποι, γιατί είχαν πνευματικούς ανθρώπους κοντά τους, που ξεκίνησαν αυτή την προσπάθεια. Ο γιατρός μού έλεγε «εσείς είστε στην εμπροσθοφυλακή, εμείς είμαστε πίσω». Αλλά χρειάζονται όλοι.
Έτσι λοιπόν, θέλω να εκφράσω την ευγνωμοσύνη του Πατριαρχείου μας, της Εκκλησίας μας. Σας ευχαριστώ που δεν μας λησμονάτε και ευχαριστώ για αυτή την τιμή που μου κάνετε με αυτή την πλακέτα. Νόστη μου, το ξέρω ότι αυτό το ποίημα το έγραψες με πολλή-πολλή αγάπη και σε ονομάζω σήμερα ποιητή της Ιεραποστολής.
Θα ήθελα, πρόεδρέ μου, κι εγώ εκ μέρους του Πατριαρχείου μας να σου προσφέρω τον Λέοντα του Αποστόλου Μάρκου. Λιοντάρι είναι το σύμβολό του, γιατί το ευαγγέλιό του είναι δυνατό. Αυτό είναι το κήρυγμα των πατέρων, αυτό το κήρυγμα που ήρθε να αγαλλιάσει τις καρδιές των ανθρώπων και δεν έπαυσαν να μας βοηθούν άνθρωποι, αδελφότητες που πίστεψαν στον θεσμό του κηρύγματος. Έτσι, λοιπόν, πάρτε αυτό το λιοντάρι του αγίου Μάρκου, για να έχετε υγεία λιονταρίσια και να συνεχίσετε να μας βοηθάτε στον αγώνα μας!