Του Γέροντα Μητροπολίτη Ναϊρόμπι κ. Μακαρίου • Μέρος B΄
Επί του θέματος, παραθέτουμε αυτούσιο το κείμενο από τις ημερολογιακές σημειώσεις του π. Χρυσοστόμου όπου περιγράφει την άφιξή του στην Καμπάλα και την πρώτη συνάντησή του με τον τότε Μητροπολίτη και τους Αφρικαvούς αδελφούς μας:
Π |
λησιάζει η 10 π.μ. όταν φθάνουμε εις τον οικίσκοv, όπου διαμένει επί εvοικίω ο Σεβ. Μητροπολίτης Ειρηvουπόλεως κ.κ. Νικόλαος. Ο π. Ευστάθιος κτυπά αγρίως τη θύρα δις. Ποιος; Εγώ. Ο Σεβ. σηκώνεται. Εν τω μεταξύ μας καλούν εις τη διπλανή οικία του ομογενούς όπου μας υποδέχονται και καθήμεθα εις την βεράντα. Ο Σεβ. ετοιμασθείς ήλθε εκεί και μας υπεδέχθη φιλικώτατα και πατρικώτατα. Μας παρέθεσαν και πρόγευμα και καθίσαμε εις το χωλ. Ο Σεβ. ειδοποίησε το φίλο του π. Σπάρταv και τους λοιπούς μαύρους ιερείς. Ήλθον έξι εξ αυτών. Κύριλλος, Αθανάσιος, Ιωακείμ. Χαιρετηθήκαμε με ασπασμό και το «Χριστός Ανέστη». Φέρουν όλοι την Ελληνική ιερατική αμφίεση. Εκάθισαν και συvεζητήσαμεv τα της ώρας μέχρι τας 12 μεσημβρινή και πλέον. Εκείνοι απήλθον. Εν τω μεταξύ έγινε το φαγητό. Εφάγαμε και πρέπει να ησυχάσαμε ολίγο. Δι’ εμέ μετεφέρθη μια κλίνη εις την τραπεζαρία. Το απόγευμα περί ώρα 5 μ.μ. μετέβημεν όλοι τη συνοδεία ενός κ. Φ. Σιδέρη εις την παλαιάν εκκλησία του π. Σπάρτα, την ‘Όρθόδοξοv Ελληνικήν Εκκλησία της Σπάρτης». Ένα χθαμηλόν ορθογώνιο οικοδόμημα σκεπασμένο με τσίγκους κείμενον πλησίον της κορυφής ενός λόφου. Έχουν εδώ οι περί τον Σπάρταν μαύροι αρκετάς εγκαταστάσεις, σχολεία και λοιπά με μικρόν νοσοκομείον, όλα βεβαίως ελλιπή και πρόχειρα, αλλά υπάρχουν και αυτό είναι κάτι. Όλα σκεπασμένα με τσίγκους. Εδώ σκέπτεται ο Σεβ. να κτίσουμε τώρα μικράν εκκλησία, διαμονήν δι’ εμέ και να τελειοποιήσουμε τα σχολεία και το νοσοκομείο. Αργότερα θα οικοδομηθεί μεγαλοπρεπής Ναός και Μητρόπολη εις τον εγγύς υπερκείμενον λόφο. Εκαθίσαμεv έως αργά και επεστρέψαμε. Συζητήσεις, φαγητό. Μου πρότειναν να πάμε λίγο στους διπλανούς να καθίσουμε, αλλά το κεφάλι μου πλέον βουίζει σαν νερόμυλος. Παρακάλεσα να με δικαιολογήσουν και έμεινα. Κάθισα ολίγο, και έγραψα μίαν επιστολή και εξάπλωσα. Δεν άργησε ο ύπνος. Έτσι πέρασε μία από τις σημαντικότερες ημέρες της ζωής μου. «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον και δεδοξασμένον εις πάντας τους αιώνας». Ό,τι και αν ειπώ και ό,τι και αν γράψω δεν θα είναι τίποτε προς δόξαν Του και προς έκφρασιv των αισθημάτων μου. Αι μεγάλαι συγκινήσεις δεν εκφράζονται παρά μόνον διά της σιωπής…».
Εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε ότι ο τότε Μητροπολίτης Ειρηνουπόλεως Νικόλαος είχε αναθέσει, αρχές του 1960, στον τότε Αφρικανό πρωτοπόρο π. Ρουβήμ Μουκάσα Σπάρτα να γράψει επιστολή στον π. Χρυσόστομο Παπασαραvτόπουλο, ο οποίος, ήδη, αγωνιούσε να φθάσει στην αφρικανική ήπειρο. Στις 29 Μαρτίου 1960 γράφει ο π. Σπάρτα στον π. Χρυσόστομο:
«Τη εντολή του Σεπτού ημών Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ειρηνουπόλεως, και πάσης Ανατολικής Αφρικής, κυρίου Νικολάου, φέρω εις γνώσιν υμών, ότι ο Μητροπολίτης δέχεται ολοψύχως να έλθητε πλησίον ημών ίνα διαφωτίσητε ημάς εις την αλήθεια της Ορθοδοξίας. Μόνον σας παρακαλεί να περιμένετε ολίγον δια να ετοιμάσει τα απαιτούμενα δι’ οριστικήν διαμονήν υμών ενταύθα. Σας ευχαριστεί θερμότατα δια την αφοσίωσιν, και αυτοθυσίαν υμών υπέρ της Πίστεως ημών. Και εύχεται όπως ο Πανάγαθος Θεός δώη υμίν θερμήν αγάπην, και καλήν υγείαν».
Στις 10 Μαΐου 1960 ο Μητροπολίτης Νικόλαος γράφει στον π. Χρυσόστομο, όταν ακόμη βρισκόταν στην Αλεξάνδρεια, επιστολή με την οποία τον πληροφορεί ότι:
«…Η μεγάλη σας εμμονή και η επιθυμία σας να υπηρετήσετε την εν Ουγκάνδα Ιεραποστολή με ενέβαλε εις σκέψεις πολλάς· ουχί βεβαίως ότι δεν έχομεν ανάγκην εργατών του αμπελώνος του Κυρίου, αλλά διότι η ενταύθα εκκλησία είναι φτωχοτάτη… δια τούτο απεφασίσαμεν δια την πρόσληψίν σας. Εσωκλείστως ώδε θα εύρητε σημείωμα το οποίο παρακαλώ να συμπληρώσετε… δια να βγάλωμεν άδεια εισόδου σας ενταύθα».
Ένα μήνα αργότερα, στις 9 Ιουνίου 1960, ο Μητροπολίτης Νικόλαος ενθουσιασμένος από την παρουσία του π. Χρυσοστόμου στην Καμπάλα, του παραδίδει την ακόλουθη επιστολή:
«Δια τούδε του Αρχιερατικού Ημών γράμματος διορίζομέν σε εφημέριον των εν Kampala Χριστιανών Ορθοδόξων και Γενικόν Γραμματέα του Τμήματος Ιεραποστολής και προτρεπόμεθα πατρικώς, όπως επιτελής τα καθήκοντά σου εν φόβω Θεού».
(Συνεχίζεται)