«Ὥστε, τέκνα, μὴ ἐκκακῶμεν, μηδὲ νομίζωμεν χρονίζειν, ἢ μέγα τι ποιεῖν. Οὐ γὰρ ἄξια τὰ παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρὸς τὴν μέλλουσαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς δόξαν… καὶ γὰρ καὶ αὐτὴ πᾶσα ἡ γῆ βραχυτάτη πρὸς ὅλον τὸν οὐρανόν ἐστιν…Τί γὰρ κέρδος κτᾶσθαι, ἃ μηδὲ αἴρομεν μεθ’ ἑαυτῶν; τί οὐ μᾶλλον ἐκεῖνα κτώμεθα, ἃ καὶ μεθ’ ἑαυτῶν ἆραι δυνάμεθα, ἅτινά ἐστι φρόνησις, δικαιοσύνη, σωφροσύνη, ἀνδρεία, σύνεσις, ἀγάπη, φιλοπτωχία, πίστις ἡ εἰς Χριστόν, ἀοργησία, φιλοξενία; Ταῦτα κτώμενοι, εὑρήσομεν αὐτὰ πρὸ ἑαυτῶν ἐκεῖ ποιοῦντα ἡμῖν ξενίαν ἐν τῇ γῇ τῶν πραέων» (Βίος τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου).
Πολλὲς φορὲς ἔρχεται ὁ ἀρχέκακος ὄφις νὰ ψιθυρίσει στὸ ἀφτί μας τὸ μυστικὸ ἄσμα τῶν σειρήνων «ποὺ ὅλους μαγεύουν τοὺς θνητούς, ὅσοι κοντά τους φτάσουν, κι ὅποιος ζυγώσει ἀνύποπτα κι ἀκούσει τη λαλιά τους, αὐτὸν πιὰ δὲ θὰ τὸν χαροῦν τὸ τρυφερὸ τὸ ταίρι του καὶ τὰ μικρά παιδιά του» (Ὁμήρου Ὀδύσσεια). Τὰ λόγια τῆς ἀρχαιοελληνικῆς γραμματείας ὅταν ἑρμηνεύονται μέσα ἀπὸ τὸ πρίσμα τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ εἶναι γεμάτα σοφία.
Ὄντως, ἂν κοιτάξει κανεῖς ὑπὸ τὸ πρίσμα τῆς λογικῆς, τὴν προσφορὰ πρὸς τὸν συνάνθρωπο, τότε σίγουρα θὰ ἀσπαστεῖ τὸν ψίθυρο τοῦ πονηροῦ, ποὺ θὰ τοῦ πεῖ ὅτι ἀκόμα καὶ ἂν κατορθώσει νὰ πετύχει κάτι, αὐτὸ ἐνδέχεται νὰ σβήσει μέσα στὸ διάβα τοῦ χρόνου καὶ στὴν λήθη τῆς ἀγνωμοσύνης. Καὶ ἔτσι, μοιραῖα, δὲν κατορθώνει νὰ δεῖ τὰ «παιδιά του», τοὺς καρποὺς τῆς ἐλεημοσύνης, ἤτοι τὴν φρόνηση, τὴν δικαιοσύνη, τὴν σωφροσύνη, τὴν ἀνδρεία, τὴν ἀγάπη, τὴν φιλοπτωχία, τὴν πίστη, ὅπως, τόσο ὄμορφα, περιγράφονται πιὸ πάνω. Ἄλλοι πάλι, βλέποντας ὑπὸ τὴν ὀπτικὴ τῆς ὑπεροψίας, ὡς «μέγά τι ποιεῖν», θὰ χάσουν τὴν πίστη τους στὴν πορεία, λόγῳ τῆς ὑπερηφάνειας. Ὅποιον ὅμως τὸν χαρακτηρίζει ἡ σύνεση θὰ προσπαθήσει νὰ δεῖ τὸ μέγα «κέρδος ὃ καὶ μεθ’ ἑαυτῶν ἆραι δυνάμεθα» στὴν μέλλουσα ζωή, γιὰ νὰ φτάσει ἔτσι στὸ πολυπόθητο «σπίτι» του, στὴν χαρὰ δηλαδή τῆς σωφροσύνης, ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὴν ἀγάπη κυρίως καὶ τὴν φιλοπτωχία.
Στὴν Ἱερὰ Ἐπισκοπὴ τοῦ Κισανγκάνι, στὴν καρδιὰ ὄντως τῆς Ἀφρικῆς καὶ τῶν τροπικῶν της δασῶν, ἐκεῖ ὅπου ἡ ἀνθρώπινη φτώχεια καὶ ὁ πόνος σμίγει μὲ τὴν χαρὰ καὶ το μεγαλεῖο τῆς τροπικῆς Ἀφρικῆς, ἐμεῖς οἱ ἔσχατοι δοῦλοι καὶ διάκονοι τῆς Ἐκκλησίας, προσπαθοῦμε ἀγαπητοί μου, νὰ γευόμαστε τὴν ἀξία αὐτῆς τῆς μεγάλης εὐκαιρίας ποὺ μᾶς χαρίζει ὁ Θεός. Τῆς δυνατότητας νὰ γίνουμε μέτοχοι τῆς Ἀνάστασης τῶν ἀνθρώπων ποὺ μᾶς χαρίστηκαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸν πολυσέβαστο Πατριάρχη μας, προσφέροντας ταπεινά, αὐτὸ ποὺ ὑπερβαίνει κάθε γῆ καὶ οὐρανὸ μέσα στὸ σύμπαν. Τὴν ἀγάπη μας.
Ἂν καὶ ἀκόμα δὲν ἔχουμε οὔτε σπίτι κἂν γιὰ νὰ σταθοῦμε, παρ’ ὅλα ταῦτα ἔχουμε τὰ πάντα καὶ ὅλο τὸν πλοῦτο μαζεμένα σὲ αὐτὴν τὴν λέξη, ποὺ εἶναι κατὰ τὸν ἀπόστολο, συνώνυμη μὲ τὴν λέξη «Θεός». «Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί». Χαρίζουμε αὐτὸ ποὺ δωρεὰν καὶ ἀνιδιοτελῶς μᾶς χαρίστηκε καὶ ἔτσι, οὐδεῖς λόγος περὶ ἐπάρσεως καὶ αὐτοδικαίωσης. Ὡς διάκονοι ἐλάχιστοι τοῦ Θεοῦ, πορευόμαστε ἐν μέσῳ τῶν Ἀφρικανῶν ἀδελφῶν μας, τοὺς θέτουμε ὡς δεύτερη οἰκογένειά μας στὴν ψυχή καὶ στὸν νοῦ μας καὶ ἀπολαμβάνουμε σὺν Χριστῷ, αὐτὸ ποὺ χαρίζουμε. Δίνουμε καὶ λαμβάνουμε τὴν ἀγάπη Του.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Μέσα σὲ λίγους μῆνες, μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ τελέσαμε 3 χειροτονίες νέων ἱερέων. Βαπτίσαμε 30 φτωχά παιδιά. Τὰ κάναμε μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ ἀδέλφια μας. Τοὺς βοηθᾶμε μὲ ἔκτακτα συσσίτια. Τοὺς παρέχουμε λίγη φαρμακευτικὴ περίθαλψη καὶ ἤδη γλιτώσαμε τρεῖς ζωές. Κλείσαμε τὴν ἀγορὰ ἑνὸς οἰκοπέδου καὶ ἀναζητοῦμε πόρους, ἐπειγόντως, γιὰ τὴν οἰκοδόμηση τοῦ πρώτου ἐνοριακοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ μας, τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, καὶ τοῦ ὁμώνυμου Ἱεραποστολικοῦ μας κέντρου, ὅπου θὰ μποροῦμε νὰ δεχθοῦμε καὶ νὰ παρηγορήσουμε τὰ φτωχὰ αὐτὰ παιδιά, κατὰ τὶς δυνάμεις μας.
Ὅποιος βοηθάει μὲ σύνεση καὶ ταπείνωση, κατορθώνει αὐτὸ ποὺ περιγράφεται στὸν βίο τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου. Κάνουμε ἔκκληση στὴν ἀγάπη σας γιὰ λίγη βοήθεια, ὥστε νὰ μπορέσουμε μαζὶ νὰ χτίσουμε. Ὄχι βέβαια τοίχους κενούς, ἀλλὰ τὴν Ἐκκλησία μας καὶ τὸ Κέντρο μας, τὸν ἐπίγειο παράδεισο τῆς Ἀγάπης, μέσα ἀπὸ τὸν ὁποῖο ὅλοι, εὐεργέτες καὶ εὐεργετούμενοι, θὰ ὁδηγοῦνται ἀπὸ τὰ σκαλοπάτια τῆς θυσίας πρὸς τὸν οὐρανό, ὅπου μὲ ἐφόδιο τὴν ἀρετή, «εὑρήσομεν αὐτὰ (τὰ ὁποῖα πράξαμε σὲ αὐτὴν τὴν ζωή) πρὸ ἑαυτῶν ἐκεῖ ποιοῦντα ἡμῖν», ξενίαν ἐν τῇ γῇ τῶν πραέων».
Ἡ ἀγάπη ποῦ χαρίζουμε σὲ αὐτὴ τὴ ζωὴ θὰ μᾶς φιλοξενήσει ἐκεῖ, στὴν αἰωνιότητα.
Σᾶς εὐχαριστοῦμε ὅλους γιὰ τὴν ἀγάπη σας καὶ ἰδιαίτερα τὴν Ἀδελφότητα Ὀρθοδόξου Ἐξωτερικῆς Ἱεραποστολῆς ποὺ στέκεται πάντα κοντά μας.
π. Πολύκαρπος Διαμαντόπουλος
Πατριαρχικὸς Ἐπίτροπος