Μια ιστορία από την Κολομβία

Με του Θεού τη χάρι, είμαι ένας χριστιανός. Οι πράξεις μου, αλλοίμονό, με παρουσιάζουν ένα μεγάλο αμαρτωλό κι ως προς τη ζωή μου, είμαι ένας άνθρωπος χωρίς σπίτι, προέρχομαι από πολύ άσημη οικογένεια και γυρίζω περιπλανώμενος από μέρος σε μέρος.

—Οι Περιπέτειες ενός Προσκυνητή

Το παρόν άρθρο το γράφω σκεπτόμενος κάθε ιεραπόστολο, που με τη δική του καρδιά και τη ζωή εγκατάλειψε τα πάντα για την αναγγελία του Ευαγγελίου στα διαφορά μέρη του κόσμου, εφαρμόζοντας την εντολή του Κυρίου.

Όταν είσαι γεννημένος σε μια χώρα όπου η πλειοψηφία είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι, θεωρείς εύκολο το ιεραποστολικό έργο και δεν είναι λίγοι αυτοί που χωρίς εμπειρία ομιλούν γι’ αυτό. Αλλά η πραγματικότητα βρίσκεται μακριά από τα θρανία και τα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα.

Ότι ο Θεός είναι πανταχού παρών, να μην αμφιβάλλει κανένας, διότι το καλύτερο παράδειγμα είμαστε εμείς στη Λατινική Αμερική, που παρ’ ότι μακριά από την Ελλάδα και από κάθε ορθόδοξη χώρα ο Κύριος μάς κάλεσε με διάφορους τρόπος να ψάξουμε την ορθή πιστή που ήταν άγνωστή για μας τους ντόπιους.

Όταν ξεκίνησα το δρόμο για να βρω την Ορθοδοξία, δεν φανταζόμουν ποιο ήταν το σχέδιο του Θεού για μένα τον ανάξιο, διότι ποτέ δεν περίμενα να φθάσω έως εδώ, δηλαδή να είμαι ένας επίσκοπος της Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού. Είμαστε μαζί με τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Μυρίνης κ. Αθηναγόρα οι πρώτοι δυο ντόπιοι αρχιερείς της Ορθοδοξίας σε αυτή την ευρύτερη περιοχή του Οικουμενικού θρόνου Κωνσταντινουπόλεως, στην Ιερά Μητρόπολη Μεξικού, Κεντρικής Αμερικής, Καραϊβικής, Κολομβίας και Βενεζουέλας. Πριν προχωρήσω, πρέπει να εκφράσω την ευγνωμοσύνη και τις εγκάρδιες ευχαριστίες μου στον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Μεξικού κ. Αθηναγόρα, εκείνον που άνοιξε την πόρτα της Ορθοδοξίας σε εμάς τους ντόπιους ακούγοντας τη φωνή και την αίτησή μας.

Δεν είμαι άγιος και δεν είμαι άξιος, είμαι ένας άνθρωπος του λαού, ενός ταπεινού λαού που πνευματικά εξελίσσεται μέσα σε έναν θρησκευτικό χάος, γιατί εδώ υπάρχουν τόσες πολλές ομολογίες που είναι δύσκολο να διακρίνει κάνεις ποια αληθινά είναι η του Χριστού Εκκλησία. Εδώ, κάθε ομολογία δημιουργημένη από το πουθενά λέει πως είναι η Εκκλησία του Χριστού, και έτσι σαν μια λαϊκή αγορά μπορείς να βρεις θρησκευτικά προϊόντα σύμφωνα με το σκεπτικό του κάθε ψυχοπαθούς ανθρώπου και κάθε ερμηνεία της Αγίας Γραφής. Σήμερα που γραφώ αυτό το άρθρο, κοντά στις 9 χιλιάδες ομολογίες αυτοαποκαλούνται η Εκκλησία του Χριστού. Μέσα σε αυτό το χάος, ορισμένοι κολομβιανοί, χωρίς να γνωριζόμαστε μεταξύ μας, χρόνια πριν, αναζητούσαμε την πίστη μας πέρα από τις γνωστές στην Κολομβία ομολογίες, και έτσι ψάχναμε εκείνη την Εκκλησιά που κρατά την αδιάκοπη πίστη που μας δίδαξε διαμέσου των Αποστόλων ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός. Πιστεύω άρρηκτα στην πάρα Θεού κλήση, γιατί έτσι μπορώ να ερμηνεύσω ό,τι έγινε στη δική μας ζωή, οπού χωρίς καμία παρουσία της Ορθοδοξίας ξεκινήσαμε τον δρόμο που μας επιτρέπει σήμερα να βιώνουμε μια καινούρια Πεντηκοστή στη Λατινική Αμερική, γιατί εκείνο το παλιό μήνυμα του Ευαγγελίου του Χριστού που εξαγγέλλει η Ορθοδοξία για μας είναι το κάτι καινούργιο.

Ο πατέρας μου αγρότης και η μάνα μου απλή γυναικά που προέρχονταν από τον κάμπο, από βουνά στο λος Άνδες της Κολομβίας. Χωρίς μόρφωση και οι δυο αλλά και με μεγάλες οικονομικές ελλείψεις μας μεγάλωσαν. Δεν ήτανε λίγες οι μέρες που δεν είχαμε να φάμε. Μην έχοντας λεφτά να αγοράσουμε προϊόντα περάσαμε πείνα παρ’ ότι η δική μας γη καρποφορεί. Εδώ είναι πάρα πολλοί αυτοί που κοιμούνται νηστικοί λόγω οικονομικών ελλείψεων. Όταν μετακομίσαμε από τον κάμπο στην πόλη της Κούκουτας, έπρεπε να αντιμετωπίσουμε ακραίες καταστάσεις. Η μάνα μου έτρεχε από τις πέντε το πρωί έως τις οκτώ το βράδυ να δουλεύει πλένοντας ρούχα σε ξενοδοχεία της πόλης, για να βρει λεφτά να επιβιώσουμε, και ο πατέρας μου έφυγε για την διπλανή χώρα της Βενεζουέλας για να δουλέψει στον αγρό μαζί με τα μεγάλα μου αδέλφια.

Δεν είχαμε την ευκαιρία να έχουμε τη μάνα και τον πατερά δίπλα μας, γιατί αν το κάναμε, δεν θα είχαμε λεφτά να καλύψουμε καμία ανάγκη. Εμείς, τα τρία μικρότερα από τα επτά αδέλφια ήμασταν σχεδόν όλη μέρα στη μοναξιά, αφού οι γονείς μας δούλευαν σκληρά για να καλύψουν κάθε ανάγκη και να πληρώσουν ένα νοικιασμένο δωμάτιο, καλύβα, για να μένουμε. Μεγαλώνοντας στη φτώχεια, η μοναδική επιλογή που είχαμε ήτανε να βγούμε στους δρόμους και εμείς παρ’ ότι ανήλικοι, για να δουλέψουμε, και έτσι έγινε. Πουλάγαμε παστέλες, δηλαδή, πίτες με διάφορα είδη, παγωτά κ.λπ. Κάθε τι που συμβαίνει στη ζωή μας είναι ένα μάθημα, απλά πρέπει να το καταλάβουμε. Γιατί το λέω αυτό; Γιατί πιστεύω ότι ο Θεός επιτρέπει ορισμένα πράγματα στην ζωή μας για να μας προετοιμάσει για καλύτερες μάχες που ποτέ πριν δεν τις είχαμε σκεφθεί.

Έχει περάσει ένας χρόνος από την ώρα που το Οικουμενικό Πατριαρχείο με εξέλεξε βοηθό επίσκοπο του Μητροπολίτη Μεξικού κ. Αθηναγόρα για τη χωρα της Κολομβιας και όλες αυτές οι δοκιμασίες είναι πιο χρήσιμες από ποτέ για την ιεραποστολική μου πορεία σε αυτή τη χώρα.

Σήμερα, όταν στην Κολομβία, η Ορθοδοξία αυξάνεται όσο δεν μπορεί να φανταστεί κάνεις, όταν ως επίσκοπος με την ευλογία και φροντίδα του Σεβασμιωτάτου δεχόμαστε αιτήσεις πολλών ομάδων ανθρώπων που θέλουν να γνωρίσουν και να ασπαστούν την Ορθοδοξία, κάθε παιδική εμπειρία βεβαιώνω ότι ήταν και μια προετοιμασία ώστε να διακονώ σήμερα σε αυτά τα μέρη χωρίς κανένα κόμπλεξ, παράπονο και διαμαρτυρία. Δόξα τω Θεώ για αυτές τις παιδικές δυσκολίες! Δόξα τω Θεώ για τις ελλείψεις. Του Θεού η δόξα αν κάτι καλό γίνεται εδώ, διότι δεν είναι από δικές μας ενέργειες άλλα το θέλημα Του είναι να γευθούμε κι εμείς τη Χάρη και χαρά της Ορθοδοξίας.
(Συνεχίζεται)

† Ο Άσσου Τιμόθεος

Περισσότερα

60 χρόνια μετά: Εκδήλωση μνήμης Αγίων Ιεραποστόλων