Είναι αναντίρρητα αποδεκτό πως τα τελευταία λόγια ενός ανθρώπου —έχοντoς σώας τας φρένας— πάνω στη γη, λίγο πριν κλείσει τα μάτια του μια για πάντα, είναι το απαύγασμα των εμπειριών, γνώσεων και προσπαθειών που έχει αποκομίσει από την πολύπαθη και ποικιλόαθλη πορεία της ζωής του. Σίγουρα οι τελευταίες κινήσεις, οι εκφράσεις του προσώπου και οι συμβουλές ενός αγαπητού μας ανθρώπου μένουν χαραγμένες στη μνήμη και στην καρδιά μας, ως μία έσχατη προσπάθεια επιβίωσης της διακεκομμένης σχέσης μας εξαιτίας του τραγικού θανάτου. Κατά ανάλογο τρόπο, η τελευταία πράξη του σχεδίου της Θείας Οικονομίας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, η Ανάληψη, και η τελευταία προτροπή Του προς τους μαθητές Του (και κατ’ επέκταση προς όλους εμάς), η Ιεραποστολή, δεν μπορούν να μας αφήνουν αδιάφορους. Αντίθετα, οφείλουν να στριφογυρίζουν στο νου, να διαμορφώνουν τον χαρακτήρα, να ρυθμίζουν τους χτύπους της καρδιάς μας, να οδηγούν τα βήματά μας και να κατευθύνουν την ζωή μας.
Λίγο πριν το σωτηριώδες πάθος και την ελπιδοφόρα ανάστασή Του, ο Κύριος προειδοποιεί τους μαθητές: «ἀρχαὶ ὠδίνων ταῦτα. Βλέπετε δὲ ὑμεῖς ἑαυτούς. παραδώσουσι γὰρ ὑμᾶς εἰς συνέδρια καὶ ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν δαρήσεσθε, καὶ ἐπὶ ἡγεμόνων καὶ βασιλέων σταθήσεσθε ἕνεκεν ἐμοῦ εἰς μαρτύριον αὐτοῖς. καὶ εἰς πάντα τὰ ἔθνη δεῖ πρῶτον κηρυχθῆναι τὸ εὐαγγέλιον» 1. Στην συνέχεια, ο ίδιος Ευαγγελιστής αποτυπώνει την εντολή που ο Κύριος μάς άφησε σαν ιερή παρακαταθήκη μεταξύ των κορυφαίων γεγονότων της Ανάστασης και της Ανάληψής Του: «πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει. ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται, ὁ δὲ ἀπιστήσας κατακριθήσεται. σημεῖα δὲ τοῖς πιστεύσασι ταῦτα παρακολουθήσει· ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι· γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς ὄφεις ἀροῦσι· κἂν θανάσιμόν τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει· ἐπὶ ἀρρώστους χεῖρας ἐπιθήσουσι, καὶ καλῶς ἕξουσιν». Τέλος, σημειώνει: «῾Ο μὲν οὖν Κύριος μετὰ τὸ λαλῆσαι αὐτοῖς ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ. ἐκεῖνοι δὲ ἐξελθόντες ἐκήρυξαν πανταχοῦ, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος καὶ τὸν λόγον βεβαιοῦντος διὰ τῶν ἐπακολουθούντων σημείων» 2.
Ο Ματθαίος από την πλευρά του καταγράφει τα τελευταία θεία λόγια ως εξής: «καὶ προσελθὼν ὁ ᾿Ιησοῦς ἐλάλησεν αὐτοῖς λέγων· ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς. πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν· καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» 3.
Ο δε Λουκάς, τρίτος των Συνοπτικών, αφού υπογραμμίζει τις προτροπές του Θεανθρώπου «κηρυχθῆναι ἐπὶ τῷ ὀνόματι αὐτοῦ μετάνοιαν καὶ ἄφεσιν ἁμαρτιῶν εἰς πάντα τὰ ἔθνη, ἀρξάμενον ἀπὸ ῾Ιερουσαλήμ. ὑμεῖς δέ ἐστε μάρτυρες τούτων» 4, διηγείται το γεγονός της Αναλήψεως: «Εξήγαγε δὲ αὐτοὺς ἔξω ἕως εἰς Βηθανίαν, καὶ ἐπάρας τὰς χεῖρας αὐτοῦ εὐλόγησεν αὐτούς. καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εὐλογεῖν αὐτὸν αὐτοὺς διέστη ἀπ᾿ αὐτῶν καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν 5. Τα στερνά λόγια του Ιησού αποτυπώνονται από τον ευαγγελιστή Λουκά και στο βιβλίο των Πράξεων: «λήψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος ἐφ᾿ ὑμᾶς, καὶ ἔσεσθέ μοι μάρτυρες ἔν τε ῾Ιερουσαλὴμ καὶ ἐν πάσῃ τῇ ᾿Ιουδαίᾳ καὶ Σαμαρείᾳ καὶ ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς» 6.
Η παραπάνω τετραπλή αναφορά στη στερνή παραίνεση του Κυρίου προς τους μαθητές Του αποτελεί, αναμφισβήτητα, υλοποίηση της προφητείας του Ησαία για την Οικουμενικότητα του ευαγγελίου: «τέθεικά σε εἰς φῶς ἐθνῶν τοῦ εἶναί σε εἰς σωτηρίαν ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς» 7. «Η «γη» ήταν η τελευταία λέξη που χρησιμοποίησε ο Κύριος, ενώ πατούσε ακόμη το χώμα μας. Με το όνομα της γης στα χείλη του, σαν να την αποχαιρετούσε, έπαυσε να είναι ορατός στην σωματική, την γήινη συχνότητα» 8. «Καὶ ταῦτα εἰπὼν βλεπόντων αὐτῶν ἐπήρθη, καὶ νεφέλη ὑπέλαβεν αὐτὸν ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν» 9, γι’ αυτό και ο υμνογράφος σημειώνει: «Λέγει ὁ τὰ σύμπαντα πληρῶν, πρὸς τοὺς Μαθητὰς ἐν τῷ ὄρει, τῶν Ἐλαιῶν ἀνελθών· Ἤγγικεν ὦ φίλοι μου, ὁ τῆς ἀνόδου καιρός, πορευθέντες διδάξατε, τὰ ἔθνη τόν λόγον, ὄνπερ ἀκηκόατε, ἐκ τῆς φωνῆς τῆς ἐμῆς. Τότε, ἀνελήφθη ἐν δόξῃ, ὥσπερ ἐπ’ ὀχήματος· ὅθεν, τρόμῳ οἱ Ἀπόστολοι ἐξίσταντο» 10.
«Καὶ ὡς ἀτενίζοντες ἦσαν εἰς τὸν οὐρανὸν πορευομένου αὐτοῦ καὶ ἰδοὺ ἄνδρες δύο παρειστήκεισαν αὐτοῖς ἐν ἐσθῆτι λευκῇ, οἳ καὶ εἶπον· ἄνδρες Γαλιλαῖοι, τί ἑστήκατε ἐμβλέποντες εἰς τὸν οὐρανόν; οὗτος ὁ ᾿Ιησοῦς ὁ ἀναληφθεὶς ἀφ᾿ ὑμῶν εἰς τὸν οὐρανόν, οὕτως ἐλεύσεται, ὃν τρόπον ἐθεάσασθε αὐτὸν πορευόμενον εἰς τὸν οὐρανόν» 11. Μελετώντας το γεγονός, ο υμνογράφος ωθείται να αναφωνήσει: «Ὑμεῖς τί ἑστήκατε, πρὸς οὐρανὸν ἀτενίζοντες; οἱ ὁρώμενοι Ἄγγελοι, ὡς ἄνθρωποι ἔλεγον, τοῖς τοῦ λόγου Μύσταις· οὗτος, ὃν ὁρᾶτε, ὑπὸ νεφέλης φωτεινῆς, ἀναληφθέντα, αὐτὸς ἐλεύσεται, ὃν τρόπον ἐθεάσασθε, κρῖναι τὸν κόσμον, ὡς ἔφησε, πορευθέντες οὖν ἅπαντα, τὰ ῥηθέντα τελέσατε» 12.
Η Ανάληψη – για την οποία παραθέσαμε παραπάνω τις αδιάψευστες μαρτυρίες των Ευαγγελιστών – σχετίζεται άμεσα με το καθοριστικό για την ανθρωπότητα γεγονός της Αναστάσεως, αφού «Η ένδοξη Ανάληψη του Αναστημένου Κυρίου στους ουρανούς αποτελεί ατράνταχτη απόδειξη και πανηγυρική επιβεβαίωση της Αναστάσεώς Του, που είναι το θεμέλιο της πίστεώς μας» 13. Ζωντανεύοντας την άρρηκτη σχέση των δυο γεγονότων ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς αναφέρει: «Σήκωσε τα χέρια του και τους ευλογούσε, για να τους επιδείξει ολόκληρο τον εαυτό του σώο και αβλαβή, για να παρουσιάσει τα πόδια του, που υπέμειναν τα τρυπήματα των καρφιών, εύρωστα και ικανά για σταθερή πορεία, για να δείξει τα ομοίως επί του σταυρού καρφωμένα χέρια του, αυτήν την λογχισμένη πλευρά, που έφεραν πάνω τους τα σημάδια των πληγών, ώστε να επιβεβαιωθεί το σωτήριο πάθος» 14. Και καθώς με την Ανάληψη αξιοποιείται το γεγονός της Ανάστασης, το σχέδιο της Θειας Οικονομίας ολοκληρώνεται: «Ο Ιησούς Χριστός με το αναστημένο του σώμα, νικώντας τον θάνατο, τον χώρο και τον χρόνο, δοξασμένος και ένδοξος αναλήφθηκε, εισήλθε στη διάσταση του πνεύματος και θρόνιασε την ανθρώπινη φύση στα δεξιά του Πατέρα! Τι περισσότερο να ζητήσει η καρδιά μας η διψασμένη για Θεό;» 15.
Κατά ανάλογο τρόπο ερμηνεύει το γεγονός της Αναλήψεως και τονίζει τις ευεργετικές συνέπειές του ο Χρυσορρήμων Ιωάννης: «Ὁ Σωτήρ ἦλθεν καί ἐλθών ἤνεγκε (=ἔφερε) τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἀνελθών δέ ἀνήνεγκε (=ἀνέβασε στόν οὐρανό) σῶμα ἅγιον, ἵνα δῷ τῷ κόσμῳ ἐνέχυρον σωτηρίας, Πνεύματος Ἁγίου δύναμιν. ἔσχεν ο οὐρανός τό ἅγιον σῶμα, ἐδέξατο και η γη τό Ἅγιον Πνεῦμα» 16.
Αλήθεια όμως, τι σημαίνει η Ανάληψη για εμάς και για το ιεραποστολικό έργο που με την χάρη και το έλεος του Θεού επιχειρούμε να διακονήσουμε;
Μίμηση Χριστού. Ο Γρηγόριος ο Παλαμάς σχολιάζει χαρακτηριστικά τη σχέση ανάμεσα στην αγία βιωτή του Χριστού και στον προορισμό ανθρώπου: «Διότι ήλθε δια σαρκός όχι άγγελος ούτε άνθρωπος, αλλά ο ίδιος ο Κύριος, και μας έσωσε, γενόμενος άνθρωπος σαν εμάς για μας και μένοντας αναλλοιώτως Θεός. Όπως δε κατήλθε, όχι μεταβαίνοντας αλλά συγκαταβαίνοντας, έτσι επανέρχεται πάλι, όχι μεταβαίνοντας με την θεότητα, αλλά ενθρονίζοντας άνω την φύσι μας που ανέλαβε. Διότι αληθινά εκεί έπρεπε να προσφερθή στον Θεό η πρωτότοκος εκ των νεκρών φύσις μας σαν είδος απαρχής πρωτογεννημάτων υπέρ του γένους ολόκληρου… και όποιον βίο έζησε, για εμάς τον έζησε, φανερώνοντας μας δρόμο που επαναφέρει στην αληθινή ζωή και όσα έπαθε με την σάρκα, για μας τα έπαθε, για να θεραπεύση τα πάθη μας, και για τις δικές μας αμαρτίες ωδηγήθηκε σε θάνατο, και για μας αναστήθηκε και αναλήφθηκε, προετοιμάζοντας σε μας την ανάστασι και ανάληψι σε άπειρους αιώνες, διότι όλοι οι κληρονόμοι αυτής της ζωής μιμούνται κατά το δυνατό την πολιτεία της επί της γης αποστολής Του» 17.
Ταπείνωση και αγάπη. «Εάν, λοιπόν, ο Θεός υπερύψωσε τον Χριστό του επειδή ταπεινώθηκε, εξευτελίσθηκε, υπέφερε και υπέμεινε επονείδιστο σταυρικό θάνατο για χάρη μας, πως θα σώσει και θα δοξάσει και θα ανυψώσει εμάς, εάν δεν επιλέξουμε την ταπείνωση, εάν δεν δείξουμε αγάπη προς τους συνανθρώπους μας, εάν δεν κερδίσουμε τις ψυχές μας με την υπομονή στους πειρασμούς, εάν δεν ακολουθούμε δια της στενής πύλης και οδού που οδηγεί στην αιώνια ζωή, αυτόν που μας καθοδήγησε σ’ αυτήν για την σωτηρία μας;» 18.
Να εκλάβουμε τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής μας ως «πίστωση χρόνου» ως «στάδιον αγώνος ευσεβούς». «Το χρονικό διάστημα που παρεμβάλλεται μεταξύ της Αναλήψεως του Χριστού και της δευτέρας και ενδόξου Αυτού παρουσίας, η περίοδος δηλαδή κατά την οποία ζούμε, είναι και πρέπει να γίνει, περίοδος ιεραποστολής είναι μία πίστωση χρόνου, που χορηγεί ο Θεός για να ακουσθεί το «Ευαγγέλιον», η χαρμόσυνη είδηση της σωτηρίας του ανθρώπου, σε όλα τα σημεία της γης για να μπορέσουν έτσι όλοι οι πιστοί να εισέλθουν στη βασιλεία του Θεού, την Εκκλησία του» 19.
Συνεχής καλλιέργεια. Τέλος, αυτό που «ωθεί τον ιεραπόστολο να φθάσει στα πέρατα της γης δεν είναι μόνον ο κίνδυνος μήπως κάποιος εκλεκτός του Θεού μείνει έξω από τη βασιλεία του, αλλά και η φροντίδα για τους ασθενείς συνανθρώπους μας, των οποίων η πίστη και η ελπίδα ενδέχεται να ψυχρανθούν ή και να εκλείψουν, λόγω της καθυστερήσεως της ενδόξου παρουσίας του Κυρίου» 20.
Η μνήμη της εορτής τιμάται 39 ημέρες μετά το Πάσχα εκάστου έτους.
Ἦχος δ’.
Ἀνελήφθης ἐν δόξῃ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, χαροποιήσας τοὺς Μαθητάς, τὴ ἐπαγγελία τοῦ ἁγίου Πνεύματος, βεβαιωθέντων αὐτῶν διὰ τῆς εὐλογίας, ὅτι σὺ εἰ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ λυτρωτὴς τοῦ κόσμου.
Παραπομπές
- Μαρκ. 13:9-10
- Μαρκ. 16. 15:20
- Ματθ. 28:18-20
- Λουκ. 24:47-48
- Λουκ. 24:50-51
- Πραξ. 1:8
- Ησαίας. 49,6
- Στεργίου Σάκκου, Η Ανάληψη του Κυρίου, εκδ.«Χριστιανική Ελπίς», Θεσσαλονίκη 2009, σ. 54
- Πραξ. 1:9
- Πεντηκοστάριον, εκδ. «Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος», Αθήνα 2002, σ. 414
- Πραξ. 1:8-11
- Πεντηκοστάριον, εκδ.«Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος», Αθήνα 2002, σ. 417
- Στεργίου Σάκκου, Η Ανάληψη του Κυρίου, εκδ.«Χριστιανική Ελπίς», Θεσσαλονίκη 2009, σ. 8
- Γρηγορίου Παλαμά, Εις την Ανάληψιν του Κυρίου, Ε.Π.Ε, 10,28-30
- Στεργίου Σάκκου, Η Ανάληψη του Κυρίου, εκδ.«Χριστιανική Ελπίς», Θεσσαλονίκη 2009, σ. 15
- Βενεδίκτου Ιερομονάχου, Χρυσοστομικόν Ταμείον, εκδ. «Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου», Άγιο Όρος 2002, σ. 145
- Βενεδίκτου Ιερομονάχου, Παλαμικόν Ταμείον, εκδ.«Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου», Άγιο Όρος 2007, σσ. 128-129
- Στεργίου Σάκκου, Η Ανάληψη του Κυρίου, εκδ.«Χριστιανική Ελπίς», Θεσσαλονίκη 2009, σσ. 98-99
- Χρίστου Κρικώνη, Πατερικά Μελετήματα, εκδ.«University studio press», τ. 2, Θεσσαλονίκη 2001, σ. 273
- Χρίστου Κρικώνη, Πατερικά Μελετήματα, εκδ.«University studio press», τ. 2, Θεσσαλονίκη 2001, σ. 274