Ο Ονήσιμος καταγόταν από την πόλη των Κολοσσών. Ήταν δούλος του αποστόλου Φιλήμονα, όπως φανερώνει ο απόστολος Παύλος στην ομώνυμη επιστολή του (Φιλήμ. 16). Δεν εκτίμησε τα αγαθά και τις ευεργεσίες που απολάμβανε από τον ενσυνείδητο και αγωνιζόμενο χριστιανό άρχοντά του, έκλεψε χρήματα από τον οίκο του Φιλήμονα και κατευθύνθηκε προς τη Ρώμη. Ήταν πλέον ελεύθερος, αλλά συνάμα δέσμιος των παθών και της αχαριστίας του. Μπορούσε ν’ απολαύσει ό,τι είχε στερηθεί εδώ και χρόνια, ίσως και από την κοιλιά της μάνας του, κινήσεις και αγαθά. Όμως ο καρπός της αδικίας που έπραξε, ο απότοκος της αμαρτίας του, οι τύψεις, βάραιναν τη συνείδηση του. Αναζητούσε τη λύτρωση, ή μάλλον ήξερε τη λύτρωση, αλλά φοβόταν την επιστροφή, δείλιαζε να ψελλίσει τη συγγνώμη, λιποψυχούσε στη σκέψη των συνεπειών της.
Άκουσε, έμαθε —σίγουρα και η Χάρις του Θεού ενήργησε— και γνώρισε εκεί, στην πόλη της «σκλαβωμένης» ελευθερίας του, στη Ρώμη, τον απόστολο των εθνών Παύλο. Τον συνάντησε σ’ ένα μέρος όπου όφειλε να βρίσκεται αυτός και όχι ο Παύλος, στη φυλακή. Εκεί αναγεννήθηκε, ο Παύλος τον ανέστησε πνευματικά, όπως όμορφα τονίζει: «…ὃν ἐγέννησα ἐν τοῖς δεσμοῖς μου» (Φιλήμ. 10). Ο Παύλος υποστήριξε τον Ονήσιμο στην προσπάθειά του για την αποκατάσταση της αδικίας που επιτέλεσε και μάλιστα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Συνέθεσε για χάρη του Ονησίμου μια «συστατική» πατρική επιστολή προς το Φιλήμονα, η οποία ήταν αδύνατον να απορριφθεί από τον χριστιανό άρχοντα. Μια επιστολή που ωθεί τον Ιερό Χρυσόστομο να υπογραμμίσει: «Προσέξτε λοιπόν και όταν γράφει προς το Φιλήμονα, πόσο φροντίζει για τον Ονήσιμο και με πόση σύνεση, με πόσο ενδιαφέρον πατρικό γράφει. Αυτός όμως που δεν απέφυγε να γράψει υπέρ ενός δούλου, ο οποίος μάλιστα είχε δραπετεύσει και είχε αρπάξει πολλά από τα πράγματα του κυρίου του, σκέψου ποιος ήταν για τους άλλους. Γιατί ένα μόνο πράγμα θεωρούσε ότι είναι ντροπή, το να παραβλέψει δηλαδή κανείς εκείνο που έπρεπε να γίνει για τη σωτηρία κάποιου. Γι’ αυτό τα πάντα κινούσε, και τίποτε δε δίσταζε να σπαταλά για χάρη εκείνων που σώζονταν, ούτε λόγια, ούτε χρήματα, ούτε το σώμα του. Γιατί αυτός που παρέδωσε πάρα πολλές φορές τον εαυτό του σε θανάτους, πολύ περισσότερο δεν θα λυπόταν τα χρήματα, εάν βέβαια τα είχε. Και γιατί λέγω, εάν βέβαια τα είχε; Γιατί είναι πραγματικά δυνατό να αποδείξει, ενώ δεν τα είχε, ότι δεν τα λυπόταν» (Ιωάννου Χρυσοστόμου, Εγκώμιον εις τον άγιον απόστολον Παύλον 3.8.9-22).
Έτσι ο «αδελφός» άρχοντας δέχεται τη συγγνώμη του «αδελφού» του δούλου και μετά από λίγο στέλνει τον Ονήσιμο στον Παύλο, εκπληρώνοντας έτσι την επιθυμία του πνευματικού του πατέρα, την οποία είχε διατυπώσει με τα εξής: «ὃν ἐγὼ ἐβουλόμην πρὸς ἐμαυτὸν κατέχειν, ἵνα ὑπὲρ σοῦ διακονῇ μοι ἐν τοῖς δεσμοῖς τοῦ εὐαγγελίου»(Φιλήμ. 13).
Ύστερα από την επάνοδό του στη Ρώμη, σύμφωνα με τον Άγιο Νικόδημο, ο Ονήσιμος διακόνησε το διδάσκαλό του στο ιεραποστολικό έργο για όλο το διάστημα μέχρι το μαρτυρικό τέλος του. Έπειτα, συνελήφθη από τον έπαρχο της πόλης Τέρτυλον και, αφού έμενε αμετακίνητος στην πίστη του Χριστού, μαστιγώθηκε, συνέτριψαν τα σκέλη του και ο μακάριος Ονήσιμος εγκατέλειψε τη γήινη ζωή κερδίζοντας την αιώνια.
Η μνήμη του Αγίου Ονησίμου τιμάται στις 15 Φεβρουαρίου εκάστου έτους.
Ἦχος α’. Τῆς Ἐρήμου πολίτης.Ταὶς ἀκτίσι τοῦ Παύλου φωτισθεῖς τὴν διάνοιαν, ὤφθης ὑπηρέτης τοῦ Λόγου καὶ Ἀπόστολος ἔνθεος καὶ ὄνησιν ἐβράβευσας ζωῆς, Ὀνήσιμε θεράπων τοῦ Χριστοῦ, διὰ λόγων καὶ θαυμάτων θεοπρεπῶν, τοὶς πίστει ἐκβοώσι σοι, δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι φαιδρῶς, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ, πάσιν ἰάματα.
Η διακονία των φυλακισμένων ως μέσο ιεραποστολής
Είναι αδύνατον, αν επιθυμείς να γράψεις ένα πνευματικό κείμενο με θέμα τη φυλακή και το φυλακισμένο άνθρωπο, να μη μνημονεύσεις τη φράση του Χριστού στην περικοπή της Κρίσεως «ἐν φυλακῇ ἤμην καὶ ἤλθετε πρός με» (Ματθ. 25:36). Μία ξεκάθαρη θεόσδοτη παρότρυνση για όλους όσοι θέλουν να εργασθούν πνευματικά και ιεραποστολικά, να στρέψουν το βλέμμα τους, την προσευχή τους και τα κατά Θεόν έργα τους στη διακονία των κρατουμένων. Άλλωστε, δεν πρέπει να λησμονούμε πως και ο ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός υπήρξε δέσμιος λίγο πριν σταυρωθεί. Ακόμη, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής φυλακίστηκε πριν από τον αποκεφαλισμό του, οι Άγιοι Πέτρος και Παύλος γνώρισαν τη δυσκολία αυτής της δοκιμασίας, όπως και ένα πλήθος άλλων αγίων και μαρτύρων. Με αφορμή λοιπόν τον Άγιο Ονήσιμο, ο οποίος τιμάται ως προστάτης Άγιος των κρατουμένων, έζησε «δέσμιος της δουλείας» αλλά και αναγεννήθηκε μέσα στην φυλακή από έναν φυλακισμένο -τον Παύλο-, θα αναφέρουμε λίγες σκέψεις για την διακονία των φυλακισμένων ως μέσο ιεραποστολής.
Απαραίτητη προϋπόθεση ουσιαστικής προσέγγισης ενός ανθρώπου που κρατείται είναι να μην αντιμετωπίζεται ως κατάδικος αλλά ως αδελφός. Γι’ αυτό και ο Μέγας Αθανάσιος, στην ερμηνεία που κάνει στην προς Φιλήμονα επιστολή, επαναλαμβάνει τους λόγους του Παύλου: «γράφει Φιλήμονι παρατιθέμενος αὐτῷ τὸν Ὀνήσιμον, ἵνα προσέχῃ αὐτῷ γνησίως, καὶ μηκέτι ἔχῃ αὐτὸν ὡς δοῦλον, ἀλλ᾽ ὡς ἀδελφόν» (Σύνοψις επίτομος της Θείας Γραφής 28.428.39-48) και ο Χρυσόστομος υπογραμμίζει: «Καὶ ὁ μακάριος δὲ Παῦλος οὕτω τὸν Ὀνήσιμον, τὸν ἄχρηστον, τὸν δραπέτην, τὸν κλέπτην, τοῦτον οὐ μόνον αὐτὸς περιπλέκεται ἐπειδὴ μετεβάλετο, ἀλλὰ καὶ τὸν δεσπότην ἀξιοῖ ἐν ἴσῃ τῷ διδασκάλῳ τὸν μετανοήσαντα ἀγαγεῖν τιμῇ» (Πρὸς Θεόδωρον ἐκπεσόντα 20.1-4). Συνεπώς, δεν υπάρχει διαφορά, όσον αφορά τα πνευματικά, ανάμεσα σ’ αυτούς οι οποίοι στερούνται την ελευθερία τους και στους ελεύθερους. Το ζητούμενο είναι να μην μένει ο άνθρωπος δέσμιος στα πάθη του, όπως πολύ εύστοχα επισημαίνει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Είδες ευγένεια, είδες συμπεριφορά που χαρίζει ελευθερία; Διότι δούλος και ελεύθερος είναι απλώς ονόματα. Τι σημαίνει δούλος; Όνομα μόνο. Πόσοι κύριοι είναι ξαπλωμένοι επάνω στο στρώμα και μεθούν, ενώ οι δούλοι στέκονται πλησίον άγρυπνοι! Ποιόν να ονομάσω δούλο; Αυτόν που είναι νηφάλιος ή αυτόν που μεθά; Τον δούλο του ανθρώπου ή τον αιχμάλωτο του πάθους; Εκείνος έχει τη δουλεία απ’ έξω, αυτός τριγυρνά έχοντας μέσα του την αιχμαλωσία» (Εις τον Λάζαρον 48.1039.3-10).
Από την άλλη πλευρά, για τον Θεό ο άνθρωπος ο οποίος έπραξε την αδικία-αμαρτία και φυλακίστηκε αρκεί μόνο να μετανοήσει, παρόλο που η πολιτεία μπορεί να του περιορίζει την ελευθερία με βάση τους νόμους του κράτους. Για τον Θεό, αν έρθει η μετάνοια, συνοδεύεται αδιαμφισβήτητα με τη συγχώρεση, όπως εύστοχα αναφέρει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός :«ὀξεῖα ἡ μετάνοια, ὀξυτέρα καὶ ἡ συγχώρησις»(Ιερά παράλληλα 96.145.44).
Έναν ακόμη τρόπο ιεραποστολής προς τους φυλακισμένους, κυρίως στις οικονομικά υποανάπτυκτες χώρες όπου οι συνθήκες διαβίωσης των κρατουμένων είναι απάνθρωπες, αποτελεί η φιλανθρωπική δραστηριότητα. Με το ίδιο παλικαρίσιο φρόνημα του Παύλου που δεν διστάζει να γράψει στον Φιλήμονα «εἰ δέ τι ἠδίκησέ σε ἢ ὀφείλει, τοῦτο ἐμοὶ ἐλλόγει· ἐγὼ Παῦλος ἔγραψα τῇ ἐμῇ χειρί, ἐγὼ ἀποτίσω» (Φιλήμ. 18-19), ο Χριστιανός οφείλει να συντρέχει στις υλικές ανάγκες των κρατουμένων, αφού αυτή η κίνηση ελαφραίνει ένα βάρος της ψυχής, τη συγκινεί, την μαλακώνει και δημιουργεί ευκολότερη πρόσβαση στον Θεό για να εργαστεί την σωτηρία της.
Τέλος, οι φυλακισμένοι -όποιας χώρας και αν είναι- έχουν την ανάγκη εκπλήρωσης των θρησκευτικών τους καθηκόντων. Επιβάλλεται η παρουσία ιερέων-πνευματικών πατέρων στα σωφρονιστικά ιδρύματα για να εξυπηρετούν και να ανακουφίζουν τις ψυχές όποιων έχουν ανάγκη. Η τέλεση της Θείας λειτουργίας και η δυνατότητα πραγματοποίησης κηρυγμάτων μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια αναγέννηση, όπως αυτή του Ονήσιμου από τον Παύλο, μια αναγέννηση με αύρα αιωνιότητας, μια αναγέννηση που ευχόμαστε από καρδιάς σε όλους, κρατουμένους και ελεύθερους!