Ο Ευαγγελιστής Λουκάς και το εγχειρίδιο των ιεραποστόλων

Ο Άγιος Λουκάς καταγόταν από την Αντιόχεια της Συρίας, ήταν Ρωμαίος πολίτης και προερχόταν από τους εξ’ εθνών χριστιανούς. Στο επάγγελμα ήταν ιατρός και, παρ’ όλη την κοσμική σοφία που διέθετε και την κατά κόσμον αναγνώριση που τον περιέβαλε, επέλεξε και δόθηκε στην άνωθεν σοφία, την από Θεού, σύμφωνα με την υμνογραφία της εκκλησίας μας: «τὴν σοφίαν γάρ, τὴν ἀληθῆ ἀγαπήσας, ἀπεμώρανας, τὴν κοσμικὴν ἀγνωσίαν». Ο συναξαριστής του Αγίου Νικοδήμου διασώζει πως ο Λουκάς ασχολείτο και αγαπούσε την ζωγραφική τέχνη, ενώ παράλληλα το απολυτίκιό του μαρτυρεί πως ανεδείχθη «ζωγράφος πανάριστος τῆς Θεοτόκου Μητρός». Επίσης, γνώριζε την εβραϊκή και την συριακή διάλεκτο.

Η συνάντησή του με τον Θεό έγινε δια μέσου του αποστόλου Παύλου, την εποχή που αυτοκράτορας ήταν ο Τίτος Κλαύδιος (42 μ.Χ.). Πριν γνωρίσει τον πρωτοκορυφαίο Παύλο στην Θήβα της Βοιωτίας, εξασκούσε το επάγγελμά του. Έπειτα όμως, αφού απαρνήθηκε την προγονική του πλάνη, ακολούθησε τον χριστιανικό και πιο συγκεκριμένα τον ιεραποστολικό τρόπο ζωής ως «τοῦ Παύλου συνέκδημος καὶ φοιτητὴς ἱερός».

Με προτροπή του Αποστόλου των Εθνών συνέγραψε το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο και καθ’ υπαγόρευσή του τις Πράξεις των Αποστόλων («ὅθεν τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Λόγου διεχάραξας, καὶ τῶν συναποστόλων σου, τὰ ἱερὰ κατορθώματα»…) Αμφότερα τα βιβλία έχουν τη μορφή επιστολής προς τον ηγεμόνα της Αχαΐας Θεόφιλο.

CC BY-NC-ND Jim Forest
CC BY-NC-ND Jim Forest

Ο Λουκάς συνόδευσε τον Παύλο στην Τρωάδα, στην Μακεδονία, στους Φιλίππους, στα Ιεροσόλυμα και την Ρώμη. Βρισκόταν, μάλιστα, μαζί του όταν το πλοίο του ναυάγησε καταμεσής του πελάγους. Δύο αναφορές του Παύλου για το πρόσωπό του, φανερώνουν το ιεραποστολικό του φρόνημα, αλλά και την πιστότητα που επιδείκνυε στον Απόστολο του Χριστού. Στην προς Κολοσσαείς επιστολή τον αποκαλεί «ὁ ἀγαπητὸς» (Κολ 4,14) και στην Β΄ προς Τιμόθεο γράφει χαρακτηριστικά: «Λουκᾶς ἐστι μόνος μετ᾿ ἐμοῦ» (Β΄Τιμ 4,11).

Τέλος, οι πληροφορίες γύρω από την κοίμηση του Αγίου Λουκά είναι συγκεχυμένες. Συνεπώς, οι απόψεις τόσο για τρόπο όσο και για την ηλικία της κοίμησής του διίστανται. Πιθανότερο είναι πως ο Άγιος Λουκάς απεβίωσε εν ειρήνη σε ηλικία 80 ετών.

Η μνήμη του τιμάται στις 18 Οκτωβρίου.

Ἀπολυτίκιον
Ἀκέστωρ σοφώτατος, Ἱερομύστα Λουκᾶ, ζωγράφος πανάριστος, τῆς Θεοτόκου Μητρός, ἐδείχθης Ἀπόστολε, ἔγραψας μάκαρ, λόγους, διὰ πνεύματος θείου, ἔδωκας ἐννοῆσαι, συγκατάβασιν ἄκραν, Χριστοῦ τῆς παρουσίας, διὸ πρέσβευε σωθήναι ἠμᾶς.

To εγχειρίδιο των Ιεραποστόλων

Είναι αλήθεια πως η συγγραφή των Πράξεων των Αποστόλων που άφησε ο Άγιος Λουκάς ως κληρονομιά στους χριστιανούς και κυρίως στους ιεραποστολικά αγωνιζόμενους ανθρώπους είναι πολύτιμη. Δεν μας πληροφορεί ιστορικά μόνο για την διάδοση του Ευαγγελίου η οποία συντελέστηκε με κάθε -κατά Θεόν επιτρεπτό- τρόπο και κόστος από τους Αποστόλους, αλλά καθιστά τις «Πράξεις των Αποστόλων» πρότυπο και εγχειρίδιο ιεραποστολής σε όλους εμάς που λίγο ή πολύ δραστηριοποιούμαστε σ’ αυτήν την διακονία. Το «Ευαγγέλιο του Αγίου Πνεύματος», όπως χαρακτηριστικά ονομάζεται το εν λόγω βιβλίο, εκπέμπει πάμπολλα ιεραποστολικά μηνύματα. Στη συνέχεια, θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε ορισμένα χαρακτηριστικά δείγματα αυτών των μηνυμάτων, που έχουμε σταχυολογήσει.

Στο πρώτο κεφάλαιο των Πράξεων, πριν από το γεγονός της Ανάληψής Του, ο Κύριος προλέγει στους μαθητές την αποστολή τους: «λήψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐφ᾿ ὑμᾶς, καὶ ἔσεσθέ μοι μάρτυρες ἔν τε Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐν πάσῃ τῇ Ἰουδαίᾳ καὶ Σαμαρείᾳ καὶ ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς» (Πρ 1,8). Με αυτόν τον λόγο τους φανερώνει πως το κήρυγμά τους δεν θα έχει σύνορα, αλλά θα είναι οικουμενικό.

Το περιστατικό της εκλογής του διαδόχου του Ιούδα (Πρ 1,12-26) μας διδάσκει πως το έργο είναι του Θεού και εμείς συνεργάτες του. Γίνεται ακόμη σαφές ότι ουδείς είναι αναντικατάστατος σ’ αυτό, αφού «δύναται ὁ Θεὸς ἐκ τῶν λίθων τούτων ἐγεῖραι τέκνα τῷ Ἀβραάμ» (Λουκ 3,8).

Η δυνατότητα που δόθηκε στους Αποστόλους «λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις» (Πρ. 2,4) φανερώνει τον οικουμενικό χαρακτήρα του γεγονότος της Πεντηκοστής και την πρόθεση του Πνεύματος του Αγίου να οδηγήσει και να συνοδεύσει τα βήματα των αποστόλων στις εσχατιές της γης.

CC By-NC Ted
CC By-NC Ted

Το πρώτο γεγονός αμέσως μετά την Πεντηκοστή ήταν το κήρυγμα του Πέτρου (Πρ 2,14-41) και έπειτα ακολούθησαν οι βαπτίσεις των ανθρώπων που πίστευσαν στο λόγο του: «οἱ μὲν οὖν ἀσμένως ἀποδεξάμενοι τὸν λόγον αὐτοῦ ἐβαπτίσθησαν» (Πρ 2,41).

Ο τρόπος ζωής της πρώτης εκκλησιαστικής κοινότητας συνίστατο από διδαχή, επικοινωνία των μελών της Εκκλησίας, προσευχές και Θεία Λειτουργία, έχοντας όλοι «ἅπαντα κοινά» (Πρ 2,44).
Τα θαύματα των αποστόλων – τα οποία βρίσκονται άφθονα μέσα στο ιερό κείμενο των Πράξεων – αναδεικνύουν το ενδιαφέρον της πρώτης Εκκλησίας για την λύτρωση των ανθρώπων τόσο από τις αρρώστιες όσο και από τον θάνατο, καθώς ακολουθούσε πιστά την αγαπητική στάση του Ιησού σε κάθε πονεμένο.

Γεγονός αναντίρρητο είναι πως το έργο των αποστόλων δεν ήταν στρωμένο με ροδοπέταλα, αλλά αποτελείτο από πολλούς κινδύνους και κακοπάθειες όπως φυλακίσεις (Πρ 4,3), λιθοβολισμούς (Πρ 14,19), ξυλοδαρμούς (Πρ 16,37) και άλλα μαρτύρια. Σχεδόν όλοι οι απόστολοι έδωσαν τη ζωή τους για χάρη του Ευαγγελίου. Κανένα όμως από τα ποικίλα δεινά περιστατικά που υπέμειναν δεν κατάφερε να τους στερήσει την χαρά: «οἱ μὲν οὖν ἐπορεύοντο χαίροντες ἀπὸ προσώπου τοῦ συνεδρίου, ὅτι ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ κατηξιώθησαν ἀτιμασθῆναι» (Πρ 5,41).

Παρά τις κακοπάθειες και τα μαρτύρια, οι απόστολοι δεν δίσταζαν να χρησιμοποιήσουν ως εργαλείο ιεραποστολικό τον έλεγχο, τολμώντας με γενναιότητα να δείξουν τους υπαίτιους του θανάτου του Ιησού:«ὃν ὑμεῖς μὲν παρεδώκατε καὶ ἠρνήσασθε αὐτὸν κατὰ πρόσωπον Πιλάτου, κρίναντος ἐκείνου ἀπολύειν· ὑμεῖς δὲ τὸν ἅγιον καὶ δίκαιον ἠρνήσασθε, καὶ ᾐτήσασθε ἄνδρα φονέα χαρισθῆναι ὑμῖν, τὸν δὲ ἀρχηγὸν τῆς ζωῆς ἀπεκτείνατε, ὃν ὁ Θεὸς ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν, οὗ ἡμεῖς μάρτυρές ἐσμεν» (Πρ 3,13-15). Με το ίδιο θάρρος, όταν οι άρχοντες τους διέταξαν να σταματήσουν το έργο τους, δεν δίστασαν να ομολογήσουν: «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις»(Πρ 5,29).

Η εκλογή των επτά διακόνων δείχνει την προσήλωση των Αποστόλων στο κήρυγμα, αλλά και το ενεργό ενδιαφέρον τους για την φιλανθρωπία, την ενίσχυση δηλαδή των χήρων, των ορφανών και των αναγκεμένων ανθρώπων (Πρ 6, 1-7).

Το περιστατικό με το Σίμωνα τον Μάγο, ο οποίος ζήτησε να αγοράσει το Πνεύμα το Άγιο και σε όποιον ακουμπάει τα χέρια να του το μεταδίδει, φανέρωσε την αφιλαργυρία των Αποστόλων οι οποίοι αποκάλυψαν πως το Πνεύμα του Θεού δεν αγοράζεται με χρήματα, αλλά έλκεται από την αληθινή μετάνοια και την καθαρή καρδιά (Πρ 8,9-25). Άλλωστε και ο Απόστολος των Εθνών, ο Παύλος, τονίζει να αποφεύγουμε το εύκολο χρήμα και μας προτρέπει στην εργατικότητα και στην ελεημοσύνη, όπως έπραξε ο ίδιος: «ἀργυρίου ἢ χρυσίου ἢ ἱματισμοῦ οὐδενὸς ἐπεθύμησα· αὐτοὶ γινώσκετε ὅτι ταῖς χρείαις μου καὶ τοῖς οὖσι μετ᾿ ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται. πάντα ὑπέδειξα ὑμῖν ὅτι οὕτω κοπιῶντας δεῖ ἀντιλαμβάνεσθαι τῶν ἀσθενούντων, μνημονεύειν τε τὸν λόγον τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ὅτι αὐτὸς εἶπε· μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν» (Πρ 20,33-35).

CC BY-NC-ND Jim Forest
CC BY-NC-ND Jim Forest

Στις Πράξεις των Αποστόλων παρατηρούμε πως το έργο των αποστόλων, η ιεραποστολή τους δηλαδή, δεν επιτελείται μόνο από αυτούς, αλλά έχουν συνεργούς τόσο το Πνεύμα το Άγιο, όσο και τους Αγγέλους (Πρ 8,26-32 Φίλιππος, Πρ 10,1-18 Πέτρος-Κορνήλιος, Πρ 16,25-30 δεσμά Παύλου).

Το περιστατικό του Αποστόλου Πέτρου στο σπίτι του Κορνηλίου έχει πολλά να μας διδάξει. Καταρχάς, ο λόγος του «ἀνάστηθι· κἀγὼ αὐτὸς ἄνθρωπός εἰμι» (Πρ 10,26) εξαιτίας της υπερβολικής τιμής στο πρόσωπό του εκ μέρους του Κορνηλίου, δηλώνει πως δεν οικειοποιείται τις ενέργειες του Αγίου Πνεύματος, οι οποίες φανερώνονται στον κόσμο μέσω αυτού. Αλλά και η φράση του: «ἐπ᾿ ἀληθείας καταλαμβάνομαι ὅτι οὐκ ἔστι προσωπολήπτης ὁ Θεός, ἀλλ᾿ ἐν παντὶ ἔθνει ὁ φοβούμενος αὐτὸν καὶ ἐργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτὸς αὐτῷ ἐστι. ὸν λόγον ὃν ἀπέστειλε τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ εὐαγγελιζόμενος εἰρήνην διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ· οὗτός ἐστι πάντων Κύριος» (Πρ 10,34-37) δείχνει πως συνειδητοποίησε το γεγονός ότι ο Θεός απέστειλε τους αποστόλους να κηρύξουν το Ευαγγέλιό Του όχι μόνο στους Εβραίους αλλά και στους εθνικούς.

Κλείνοντας, άξιο αναφοράς και μίμησης είναι το θυσιαστικό πνεύμα των Αποστόλων, οι οποίοι δαπάνησαν όλη τους την ζωή στην διάδοση του Ευαγγελίου, στο κήρυγμα της αναστάσεως του Ιησού Χριστού. Αδιαφορώντας για την κοινωνική απομόνωση που υπέστησαν, τις ύβρεις, τις φυλακίσεις και τους ξυλοδαρμούς, κατευθύνονταν με ιλαρότητα προς τον θάνατό τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο εξαίσιος Παύλος με την επιμονή του να βρεθεί στα Ιεροσόλυμα όπου θα τον συλλάμβαναν οι Ιουδαίοι και θα το παρέδιδαν στους Ρωμαίους για να τον θανατώσουν (Πρ 21, 12-14), γνωρίζοντας πως έτσι θα του χάριζαν την όντως Ζωή.

60 χρόνια μετά: Εκδήλωση μνήμης Αγίων Ιεραποστόλων