Με την χάρη του Θεού και την ευλογία του Μακαριωτάτου πάπα και Πατριάρχου Αλεξανδρείας Θεοδώρου Β΄ ξεκίνησα στις αρχές του χρόνου μια περιοδεία στην απροσπέλαστη περιοχή του νοτίου Σουδάν.
Για δεκαετίες μαινόταν άγριος εμφύλιος πόλεμος που συνεχιζόταν με αμείωτη ένταση, γεγονός που δημιουργούσε συνεχή απογοήτευση και απελπισία στους γηγενείς.
Ξεκίνησα χωρίς να ξέρω που πηγαίνω, ο προορισμός μου ηταν ακαθόριστος καθώς όλες οι πληροφορίες και οδηγίες ήταν συγκεχυμένες και πιο πολύ με μπέρδευαν παρά μου ξεκαθάριζαν το ούτως ή άλλως θολό τοπίο. Οπωσδήποτε η μόνιμη σύσταση ήταν «να προσέχεις».
Αυτές τις στιγμές θυμήθηκα αυτό που είχα διαβάσει στην Αγία Γραφή και δεν το αντιλαμβανόμουν πλήρως. Στην προς Εβραίους επιστολή στο 11ο κεφάλαιο: Ἁβραάμ ὑπήκουσεν ἐξελθεῖν εἰς τόν τόπον ὅν ἔμελλε λαμβάνειν εἰς κληρονομίαν, καί ἐξῆλθε μή ἐπιστάμενος ποῦ ἔρχεται. Η προσωπική εμπειρία της πρόσβασης στον άγνωστο τόπο μού έδειξε πόσο δύσκολο είναι ανθρωπίνως να ξεκινήσεις για κάπου και να μην ξέρεις πού πας. Και εν προκειμένω ακόμη και η καλύτερη πληροφορία για το Νότο ήταν αποκαρδιωτική.
Ωστόσο, εκεί συντελέστηκε το θαύμα της πίστεως και πήγαν όλα πολύ καλά, ανοίξαμε τους ναούς που ήταν κλειστοί για πολλά χρόνια, ακούστηκε για πολλούς για πρώτη φορά και για άλλους νοσταλγικά το «ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγ. Πνεύματος», κοινώνησαν όλοι όσοι σαν ήρωες παρέμειναν στην περιοχή της πρωτεύουσας του νότιου Σουδάν κυριολεκτικά με κίνδυνο της ζωής τους κρατούντες το φως του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας. Την επομένη κόψαμε την Αγιοβασιλόπιτα για το νέο έτος και μετά καθίσαμε στην αυλή της εκκλησιάς με ζωγραφισμένη την ανακούφιση και την ψυχική τόνωση στα πρόσωπα των συμμετεχόντων.
Θεμελιώσαμε το νέο ιεραποστολικό κέντρο του Αγίου Μάρκου στην περιοχή Mogala στο ανατολικό άκρο της πρωτεύουσας Juba. Εκεί, για την τέλεση του αγιασμού δεν είχαμε λιβανιστήρι για να θυμιάσουμε στην ώρα της τελετής και έτσι ψάχνοντας για να δώσω μια πρόχειρη λύση της στιγμής, το μόνο που μπόρεσα να βρω ήταν ένας γεμιστήρας για σφαίρες από όπλο καλάσνικoφ. Άναψα τα καρβουνάκια στην άκρη του γεμιστήρα, έβαλα το λιβάνι και κράτησα το γεμιστήρα από την άλλη του άκρη και θύμιασα τους ανθρώπους που με συνόδευαν και αναλογιζόμουν μέσα μου ότι με αυτόν τον γεμιστήρα του καλάσνικοφ που σκόρπισε το θάνατο έμελλε να λιβανίσω στον αγιασμό για το θεμέλιο λίθο του πρώτου ιεραποστολικού κέντρου του Αγίου Μάρκου και μέσα μου προσευχόμουν αυτά τα εργαλεία του πολέμου και της καταστροφής να μεταμορφωθούν σε σκεύη λατρείας του Θεού. Μόνο τότε θα βασιλέψει η ειρήνη και η ενότητα του λαού σε αυτή την χώρα.
Το δεύτερο ταξίδι την μεθεπομένη ήταν η μετακίνηση μου στο δυτικό τροπικό στην πόλη Wau του Νοτίου Σουδάν. Ήταν μια πραγματική αποκάλυψη το ότι εκεί βρήκα ανθρώπους ατόφιους, ανυπόκριτους, γνήσιους, και δυστυχώς απόλυτα φτωχούς χωρίς ρεύμα και νερό. Και όταν λέμε χωρίς ρεύμα, φαντάζεστε πόσα πράγματα είναι ανύπαρκτα, ενώ σ’ εμάς στον δυτικό κόσμο είναι σκανδαλωδώς δεδομένα. Μια ευχάριστη ωστόσο ανακάλυψη αποτέλεσε το γεγονός ότι πάρ’ αυτα η έλλειψη του ρεύματος έχει ένα καλό… Μπορείς να δεις τα άστρα το βράδυ και να αισθάνεσαι ευρύχωρα.
Με τη χάρη του Θεού, βαφτίσαμε δέκα παιδιά και λειτουργήσαμε την εκκλησία του Προφήτη Ηλία που είχαν χτίσει οι Έλληνες, κοντά στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Χτύπησε η καμπάνα ξανά, μετά από πολλές δεκαετίες, τους διάβασα την συγχωρητική ευχή και κοινώνησαν όλοι.
Εκεί ένα βράδυ, στο φτωχικό δείπνο που με αρχοντιά μού πρόσφεραν, όπου όλοι τρώγαμε με τα χέρια από το ίδιο μεγάλο πιάτο στο τραπέζι, μου διηγήθηκαν γύρω από το μαγκάλι με τη φωτιά, ιστορίες για το πως ζούσαν στις μέρες του εμφυλίου… Ξήλωναν τον τσίγκο από τις σκέπες των σπιτοκάλυβων, για να μαγειρέψουν επάνω τους να φάνε κάτι, ενώ ελάχιστη ήταν η τροφή τους και οι αρρώστιες αντιμετωπίζονταν χωρίς τα στοιχειώδη, ούτε φάρμακα ούτε γιατρούς.
Εν τω μεταξύ, η ελονοσία έχει θερίσει το μισό πληθυσμό. Δεν υπάρχει κάποιος που να μη νοσεί από ελονοσία. Οι πιο δυνατοί οργανισμοί αντέχουν, οι πιο αδύνατοι καταλήγουν και κυρίως τα παιδιά. Η ζωή όλων είναι στην κόψη του ξυραφιού και ανά πάσα στιγμή μπορεί να πεθάνουν. Η ζωη δεν είναι σίγουρη, ο θάνατος είναι καθημερινότητα είτε προέρχεται από χολέρα είτε από ελονοσία είτε έμπολα και, αν γλυτώσεις από όλα αυτά, ο εμφύλιος σε περιμένει στην άλλη γωνία. Όποιος επιζήσει εκεί είναι πρωταθλητής της ζωής.
Η ελληνική κοινότητα μας στο Wau είναι απόγονοι Ελλήνων που έφτασαν εκεί στις αρχές του 1910. Ήταν μεγάλη συγκίνηση για μένα, όταν έφτασα εκεί και δεν είχα ακόμη προλάβω να τακτοποιήσω τα πράγματα μου. Το πρώτο τους μέλημα ήταν να με πάνε να διαβάσω ένα τρισάγιο στους Έλληνες πατεράδες τους και προγόνους τους στο ελληνικό κοιμητήριο. Φόρεσα τα άμφια μου, άναψα το λιβανιστήρι και, ενώ έψελνα την ακολουθία, μέσα μου αναλογιζόμουν τη γενναιότητα αυτών των ανθρώπων να αναγκαστούν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους, τα ελληνικά νησιά Μυτιλήνη, Λήμνο και άλλα, να έρθουν εδώ στην άκρη του κόσμου, να ζήσουν, να δημιουργήσουν οικογένειες, να δουλέψουν κάτω από δυσμενείς συνθήκες ζωής, εκτός πολιτισμού και ανέσεων. Με μια πρόχειρη εκτίμηση θα λέγαμε ότι αυτή η περιοχή του πλανήτη ήταν πάντα 100 χρόνια πίσω. Γι’ αυτό ήταν σπουδαίο επίτευγμα τότε, το 1910 που δημιούργησαν κοινότητα, ελληνική λέσχη, σχολειό, έχτισαν εκκλησία, με άλλα λόγια δημιούργησαν μια μικρή Ελλάδα εκτός Ελλάδας να ζήσουν μέσα της και να ζήσει αυτή μέσα τους. Παρατήρησα: πάνω στα μνήματα τους είχαν χαράξει περίτεχνα στο μάρμαρο λόγια νοσταλγίας για την πατρίδα, που διαβάζοντάς τα και από πέτρα αν είσαι φτιαγμένος θα δάκρυζες. Ήταν πραγματικοί άνδρες που υποκλινόσουν μπροστά τους. Ας είναι αιωνία η μνήμη του παραδείγματος τους.
Τέλος ήρθε η μέρα της επιστροφής στην πρωτεύουσα Juba, καθ’ ότι υπήρξε προγραμματισμένη συνάντηση με τον Υπουργό Εξωτερικών της χώρας. Στο αεροδρόμιο ένιωσα ότι δεν ήθελα να φύγω και όταν έπρεπε να αποχαιρετήσω τους ανθρώπους και να κατευθυνθώ προς το αεροπλάνο αισθάνθηκα την καρδιά μου να ματώνει και να μη θέλει να τους αποχωριστεί. Όμως παρηγορήθηκα καθώς αυτός ο μικρός θάνατος, ο αποχωρισμός, θα φέρει την ανάσταση του, καθώς η επιστροφή μου εκεί είναι δεδομένη.
Αγαπητοί φίλοι της Ιεραποστολής, επειδή η λύπη, όταν μοιράζεται, ελαττώνεται και η χαρά, όταν μοιράζεται, πολλαπλασιάζεται, γι’ αυτό έχω τη χαρά να επικοινωνήσω μαζί σας και να σας κάνω κοινωνούς των ιεραποστολικών προσπαθειών μας στην Αφρική. Εμείς σπέρνουμε, εσείς ποτίζετε, ο Θεός αυξάνει και εύχομαι αυτές οι κοινές προσπάθειές μας να βρουν το προσδοκώμενο αποτέλεσμα, ώστε να δοξάζεται το άγιο όνομα του Θεού εν παντί καιρώ και τόπω.
Καλή δύναμη
Ο Νουβίας Νάρκισσος (Gammoh)