Σύμφωνα με τον συναξαριστή του αγίου Νικοδήμου, ο άγιος Λογγίνος ο εκατόνταρχος έζησε περίπου το 15μ.Χ. – όταν αυτοκράτορας ήταν ο Τιβέριος- και καταγόταν από την Καππαδοκία. Προϊστάμενό του στην ιεραρχία της ρωμαϊκής διοίκησης είχε τον Πόντιο Πιλάτο, από τον οποίο έλαβε την εντολή να συμμετάσχει μαζί με τους στρατιώτες του στα Τίμια Πάθη του Σωτήρος μας Χριστού. Ο Λογγίνος εκτέλεσε τις διαταγές του Πιλάτου με τέλεια ακρίβεια και τήρησε εξουθενωτική στάση απέναντι στον ετοιμοθάνατο Θεάνθρωπο. Όταν ο Κύριος, Αυτός που νεκρούς ανέστησε, ανάπηρους και αρρώστους θεράπευσε, δαιμονισμένους απάλλαξε από την κυριαρχία του σατανά, Αυτός που με το κήρυγμα και την αγία βιοτή Του κατήργησε την ανισότητα, το ρατσισμό και την ξενοφοβία της εποχής εκείνης, Αυτός ο οποίος επιτέλεσε θαύματα που δεν μπορούν να χωρέσουν σε όλα τα βιβλία του κόσμου, ζήτησε το ελάχιστο, το πιο φθηνό, την μικρότερη ένδειξη ευγνωμοσύνης προδομένος πάνω στον Σταυρό, μαστιγωμένος, εξευτελισμένος, κουρασμένος πρόφερε τη λέξη «διψώ». Τότε, όμως, ο Λογγίνος και οι συν αυτώ έφτασαν στο αποκορύφωμα της κακίας τους προσφέροντάς Του αντί ύδατος όξος, δώρο της τέλειας αγνωμοσύνης τους.
Η φράση, όμως, του Κυρίου «Τετέλεσται» και τα γεγονότα που ακολούθησαν μετά τον θάνατό Του συγκλόνισαν την ψυχή του εκατόνταρχου, ωθώντας τον να ομολογήσει πως ο Εσταυρωμένος είναι αληθινά γιος του Θεού. Η θεία Χάρη και η ειλικρινής καρδιά του Λογγίνου συνεργάστηκαν και τον κατέστησαν ικανό αυτής της ομολογίας πριν ακόμα το γεγονός της Ανάστασης.
Από εκείνη τη στιγμή ήταν αδύνατον να παραμείνει προσκολλημένος στην παλιά του πίστη και περισσότερο αδύνατον να δεχτεί, για λίγα αργύρια που του πρόσφεραν, να διαδώσει πως η Ανάσταση του Χριστού είναι ψέμα. Όχι, ήταν η μεγαλύτερη Αλήθεια που γνώρισε ποτέ κι έβαλε σκοπό της ζωής του να την μεταδώσει σε όλο τον κόσμο, καθιστώντας τον εαυτό του εκατόνταρχο ή καλύτερα χιλίαρχο και στρατηγό της ουράνιας αυτοκρατορίας.
Στη συνέχεια, ο στρατιώτης του Χριστού Λογγίνος εγκατέλειψε το στρατιωτικό του αξίωμα, επέστρεψε στην πατρίδα του και κήρυττε Ιησούν Χριστόν παθόντα και αναστάντα. Αυτό δεν το δέχτηκαν οι Ιουδαίοι, οι οποίοι αφού ενημέρωσαν και εξαγόρασαν τον Πιλάτο, τον έπεισαν να καταδικάσει τον Λογγίνο σε θάνατο με τη δικαιολογία της προδοσίας του αυτοκράτορα. Έτσι ο Πιλάτος έστειλε στρατιώτες για να τον σκοτώσουν. Η πρόνοια του Θεού, πιθανόν για να φανερώσει την ανεξικακία και την πίστη του μεγάλου αυτού αγίου, επέτρεψε ώστε ο πρώτος άνθρωπος που συνάντησαν οι απεσταλμένοι του Πιλάτου στην Καππαδοκία να είναι ο ίδιος ο Λογγίνος. Τους καλωσόρισε, τους φιλοξένησε και, παρόλο που του φανέρωσαν τις προθέσεις τους, αυτός ολοκλήρωσε με κάθε επισημότητα την φιλοξενία. Τους παρακίνησε, μάλιστα, να υλοποιήσουν την εντολή που είχαν λάβει, για να πάρει κι αυτός με τη σειρά του το στεφάνι του μαρτυρίου δια του αποκεφαλισμού.
Ο Άγιος Λογγίνος πρότυπο ιεραποστολής
Η βάση, το θεμέλιο και η απόδειξη της αλήθειας της πίστεώς μας δεν είναι λόγια επιστημονικά, συμβάντα εκπληκτικά και θαυμαστά ή πρόσωπα σοφά και φωτισμένα. Είναι ένα και μοναδικό γεγονός ασύλληπτο, αδιανόητο, αδύνατον να πραγματοποιηθεί από κάποιον άνθρωπο πάνω στη γη παρά μόνο από τον Θεό, το γεγονός της Ανάστασης του Χριστού. Αδιαμφισβήτητο δεσπόζει στην ανθρώπινη ιστορία, αφού το ίδιο το αίμα του Λογγίνου που έζησε τη στιγμή του θανάτου του Κυρίου και των αποστόλων που Τον είδαν αναστημένο υπογράφει την αλήθεια του.
Πολλοί άνθρωποι πέθαναν για ιδέες, όχι όμως για ένα ψέμα. Κι αν ακόμη υπήρχε ένας, σίγουρα δε θα το έκαναν δεκάδες. Το αίμα των αποστόλων, του Λογγίνου και όλων των μαρτύρων διαλαλεί πως είναι αλήθεια η Ανάσταση που κηρύττουν οι ιεραπόστολοι στα έθνη με τον άσαρκο Λόγο στην κατήχηση, είναι αλήθεια η Ανάσταση που διδάσκει η Αγία Γραφή, είναι αλήθεια η Ανάσταση που βιώνουν οι νεοφώτιστοι αδελφοί στα μυστήρια της Εκκλησίας και κυρίως σ’ αυτό της Θείας Ευχαριστίας.