Σήμα κατεπείγον: οι ιεραπόστολοί μας έχουν μεγάλη ανάγκη συνεργατών

Σε όποιον επισκέπτεται κάποιο ιεραποστολικό κλιμάκιο μας στην Αφρική και Ασία κάνουν εντύπωση δύο καταστάσεις: Τις πρώτες κιόλας ημέρες της διαμονής του εκεί διαπιστώνει τους έντονους ρυθμούς ιεραποστολικών και φιλανθρωπικών δραστηριοτήτων με παράλληλη ραγδαία αύξηση του αριθμού των Ορθοδόξων νεοφωτίστων πιστών. Βαπτίσεις γίνονται συχνά σε όλες τις χώρες όπου λειτουργούν ορθόδοξες ιεραποστολές, ιεροί ναοί, ορθόδοξα σχολεία και ιατρεία κτίζονται, δόξα τω Θεώ, το ένα μετά το άλλο, συσσίτια λειτουργούν, για να προσφέρουν αγάπη και τροφή σε εκατοντάδες πεινασμένους της γης – και μάλιστα σε μικρά παιδιά – κι όλα αυτά χάρη στην αγάπη και την οικονομική ενίσχυση Ιεραποστολικών Αδελφοτήτων, Συνδέσμων, Ομίλων, οι οποίοι με τις συγκινητικές προσφορές, δωρεές, συνδρομές μελών και φίλων τους στην Ελλάδα, Κύπρο και Αυστραλία οικοδομούν και στηρίζουν οικονομικώς  την ορθόδοξη παρουσία στην Αφρική, Ασία, Κεντρική Αμερική. Αυτή είναι η μια πλευρά της ζωντανής πραγματικότητας στις Ιεραποστολές μας όπου γης. Μια εικόνα ευλογημένη, αισιόδοξη, ελπιδοφόρα. Οι λαοί φαίνεται ότι διψούν για την Αλήθεια, για τον αληθινό Σωτήρα Χριστό, μακριά από παρανοήσεις, διαστρεβλώσεις, σκοπιμότητες, παραπλανητικές υποσχέσεις για τη σωτηρία των ανθρώπων.

Αν όμως ο επισκέπτης παραμείνει για λίγο περισσότερες ημέρες και παρακολουθήσει το ημερήσιο πρόγραμμα του εκεί ιεραποστόλου μας, θα διαπιστώσει και μια άλλη πραγματικότητα, που είναι λιγότερο ικανοποιητική, που είναι λιγότερο αισιόδοξη και ελπιδοφόρα: είναι η θλιβερή έλλειψη συνεργατών – ιερωμένων και λαϊκών – δίπλα στους ιεραποστόλους μας. Τελικά έχει κανείς τον πειρασμό να διερωτηθεί  μήπως το πρόβλημα στις Ορθόδοξες Ιεραποστολές μας στην Αφρική, Ασία και Κεντρική Αμερική δεν είναι τόσο οικονομικό όσο στελέχωσης αυτών των ιεραποστολικών κλιμακίων, τα οποία με αυταπάρνηση, με ιερό ζήλο, με ηρωισμό, θα λέγαμε, δημιουργούν εκ του μηδενός και συντηρούν με πάρα πολλές δυσκολίες μερικές ηρωικές μορφές της σύγχρονης Ορθόδοξης Εκκλησίας μας. Οι μακαριστοί π. Χρυσόστομος Παπασαραντόπουλος, π. Χαρίτων Πνευματικάκης, π. Αθανάσιος Ανθίδης, π. Κοσμάς Γρηγοριάτης (Ασλανίδης) π. Νεκτάριος Κελλής, ως και οι ζώντες ακόμη μητροπολίτες τώρα Σεβ. Αμφιλόχιος Τσούκος, Σωτήριος Τράμπας και Επίσκοπος Θεοφ. Ιγνάτιος Σεννής  υπήρξαν ρηξικέλευθοι πρωτοπόροι που άφησαν τις ανέσεις της πατρίδας τους και τις ευκολίες της εκκλησιαστικής προσφοράς τους στην Ελλάδα και στην Αυστραλία ο τελευταίος π. Νεκτάριος, πήραν τη μεγάλη απόφαση και πορεύτηκαν σε άγνωστους γι αυτούς τόπους, σε επικίνδυνες περιοχές, γιατί μέσα τους ηχούσε αφυπνιστικός και συγκλονιστικός ο λόγος του Κυρίου « Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» (Ματθ. 28,19). Και  παρά τη μοναξιά τους, παρά την έλλειψη στοιχειωδών ανέσεων εκεί στις μακρινές χώρες, παρά τους κατατρεγμούς ξένων  εχθρών και ψευδαδελφών, άντεξαν και κήρυξαν τον Χριστό και την Ορθοδοξία στα πέρατα της οικουμένης από την Κορέα μέχρι την Αφρική και την Κεντρική Αμερική κι έκτισαν πλήθος ορθοδόξων ναών και βάπτισαν πλήθος Ορθοδόξων και γέμισαν τις ορθόδοξες εκκλησίες με αλλόγλωσσους μεν αλλά ομόφρονες στην πίστη ορθοδόξους αδελφούς, κι όλα αυτά μόλις τα τελευταία πενήντα χρόνια.

Σήμερα μιλούμε κι όχι μόνον ψηλαφούμε αλλά και μαρτυρούμε τη δυναμική παρουσία της Ορθοδοξίας σε όλα τα μήκη και πλάτη της υφηλίου από τα νησιά Φίτζι του Ειρηνικού Ωκεανού μέχρι τη Σιέρρα Λεόνε της Αφρικής  και την Αϊτή και την Κούβα της Αμερικής. Σήμερα οι αλλόδοξοι και αλλόθρησκοι δεν ψάχνουν στα λεξικά και στις εγκυκλοπαίδειες , για να μάθουν τι είναι  η Ορθόδοξη Εκκλησία. Σήμερα σε όλες σχεδόν τις χώρες υπάρχουν ορθόδοξοι ναοί, ακούγονται ορθόδοξοι ραδιοφωνικοί σταθμοί, κυκλοφορούν  ορθόδοξα βιβλία στην Αγγλική και Γαλλική γλώσσα, το Διαδίκτυο (Internet) παρέχει πλήθος πληροφοριών. Πολλοί αλλόθρησκοι και αλλόδοξοι ενημερώνονται, προβληματίζονται και αρκετοί κάνουν το μεγάλο βήμα της ζωής τους: προσέρχονται, «επιστρέφουν» στην Ορθοδοξία. Τα αδιέξοδα των προτεσταντικών ομολογιών, τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Καθολικοί πιστοί στο χώρο τους, οι εξτρεμισμοί των Ισλαμιστών συμβάλλουν στη στροφή πολλών ψυχών που διψούν για την Αλήθεια, που αναζητούν το αληθινό πρόσωπο του Σωτήρα Χριστού. Κι αυτά τα βρίσκουν στην Εκκλησία των Αποστόλων, των Μεγάλων Πατέρων και Μαρτύρων, στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας.

Γράφει ο π. Ιωνάς από την Ταϊβάν: «Σήμερα (6 Νοεμβρίου 2009) χτύπησε η πόρτα και είδα μερικούς νεαρούς Κινέζους, που είχαμε κανονίσει να έρθουν να ρωτήσουν για την νοερά προσευχή. Είναι όλοι Καθολικοί φοιτητές… Είπαμε πολλά και ρώτησαν πολλά. Τους είπα ό,τι ήξερα, είχα διαβάσει και ακούσει από τον π. Πορφύριο για τη νοερά προσευχή. Έμειναν 3 ώρες. Μου έκανε εντύπωση το ενδιαφέρον τους και ότι προσεύχονται με την νοερά προσευχή! Μου είπαν λεπτομέρειες …».

Κι όταν πριν από λίγα χρόνια, στην ανατολή του νέου αιώνα, ο γνωστός βυζαντινολόγος Steven Runciman (Ράνσιμαν) διατύπωσε την πρόβλεψη ότι ο 21ος αιώνας θα είναι ο αιώνας της Ορθοδοξίας, μερικοί εμειδίασαν, άλλοι – πιο προβληματισμένοι αυτοί – θεώρησαν υπερβολική την άποψη του μεγάλου Άγγλου ιστορικού. Σήμερα, μόλις τα δέκα πρώτα χρόνια αυτού του άγνωστου κι ανήσυχου αιώνα, όλο και περισσότερο διαπιστώνουμε ότι η πρόβλεψη τουRunciman ίσως αποδειχθεί στο μέλλον προφητεία αναπάντεχη.

Αλλά σ’ αυτήν την αναζήτηση της Αλήθειας στην πίστη, σ’ αυτόν τον πόθο των καλοπροαίρετων αυτών ψυχών για τη συνάντηση τους με τον Σωτήρα τους πώς ανταποκρίνεται η Ορθόδοξη Εκκλησία μας; Μέγα και συγκλονιστικό το ερώτημα. Εδώ δεν μπορούμε, νομίζουμε, να απαντήσουμε με παρρησία, με καύχηση εν Χριστώ, με κρυφή έστω ικανοποίηση για την επαρκή παρουσία των Ορθοδόξων αδελφών μας στο μεγάλο κάλεσμα « πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη …» του Κυρίου. Εδώ νομίζουμε ότι πρέπει όλοι να τηρήσουμε αιδήμονα σιγή, για να μη πούμε ότι πρέπει να νιώσουμε έντονα συναισθήματα ενοχής.

Όλοι μας ζώντας μέχρι πρόσφατα μέσα στη σύγχρονη κοινωνία της αφθονίας και των ανέσεων – νοοτροπία και κατάσταση που φαίνεται ότι θα τις πληρώνουμε στο εξής πολύ ακριβά – συνηθισμένοι στις «βολές» μας και στους περισσότερο ή λιγότερο ένοχους συμβιβασμούς μας, «καλοί» Χριστιανοί κατά τα άλλα στις συμβατικές «χριστιανικές» κοινωνικές σχέσεις μας και βεβαίως συνεπείς στις θρησκευτικές «υποχρεώσεις» μας για τον κυριακάτικο εκκλησιασμό μας και ίσως την παρακολούθηση κάποιων κηρυγμάτων και θρησκευτικών ομιλιών, κλεισμένοι στο «καβούκι» του εαυτού μας και τον κλειστό κύκλο των οικογενειών μας, αρνούμαστε να ρίξουμε ένα βλέμμα στη μεγάλη ανάγκη της Εκκλησίας μας, στη συγκλονιστική διαχρονική διαπίστωση του Κυρίου μας « ο μεν θερισμός πολύς, οι δε εργάται ολίγοι» (Ματθ. 9,37) .

Και μπορεί βέβαια να ρίχνουμε ένα βλέμμα στον «πολύ θερισμό» και στις μεγάλες ανάγκες για εργάτες του Ευαγγελίου αλλά αυτό το βλέμμα είναι ίσως μόνον στα ιεραποστολικά περιοδικά και στις εντυπωσιακές φωτογραφίες που απεικονίζουν έργα και ημέρες των ηρωικών ορθοδόξων ιεραποστόλων εκεί στις μακρινές χώρες. Κι έτσι αυτοί οι ορθόδοξοι ιεραπόστολοι μας αγωνίζονται τον καλόν αγώνα μόνοι ή σχεδόν μόνοι. Μόνος είναι ο Επίσκοπος κ. Σάββας στις δύο χώρες της διακονίας του, το Μπουρούντι και τη Ρουάντα, που εξακολουθούν να είναι ταραγμένες κι επικίνδυνες περιοχές. Μόνος είναι ο π. Ιωνάς στην Ταϊβάν που διδάσκει Ορθόδοξη Θεολογία σε τρία πανεπιστήμια του μεγάλου κινέζικου νησιού, μόνος είναι ο π. Θεολόγος στην Μπρανζαβιλ του Κονγκό, μόνη η μοναχή Νεκταρία που με την βοήθεια μερικών Ινδών ιερέων κάνει σπουδαίο φιλανθρωπικό και ιεραποστολικό έργο στην  Καλκούτα των Ινδιών. Μόνος είναι ουσιαστικά ο π. Θεμιστοκλής στη Σιέρρα Λεόνε, γιατί οι δύο-τρείς Αφρικανοί ιερείς που απέκτησε τελευταία στην πραγματικότητα τώρα μαθαίνουν και αυτοί την ορθόδοξη πίστη και λατρεία.

Κι όμως αυτοί οι ηρωικοί Έλληνες ιεραπόστολοι χρειάζονται τη βοήθεια μας, όχι μόνο τις προσευχές μας (πόσο συχνά άραγε τους θυμόμαστε;) όχι μόνο την οικονομική βοήθειά μας, που δόξα τω Θεώ την παρέχουμε κατά τρόπο συγκινητικό, είναι αλήθεια. Οι ιεραπόστολοί μας χρειάζονται και Έλληνες και Ελληνίδες βοηθούς στο έργο τους, χρειάζονται ομοεθνείς και ομόγλωσσους συνεργάτες τους, για να συνεννοούνται πιο γρήγορα, πιο εμπιστευτικά, πιο αποτελεσματικά με τους «δικούς» τους ανθρώπους, να συζητούν με αυτούς τα ιδιαίτερα και πολλές φορές οξύτατα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στον ξένο τόπο με τους νεοφώτιστους, αδελφούς τους μεν αλλά πάντως αλλοεθνείς και άλλης κουλτούρας, κι επομένως πιθανώς άλλης νοοτροπίας.

Δεν είναι όμως μόνον ψυχολογικοί οι λόγοι που επιβάλλουν την ανάγκη της παρουσίας Ελλήνων συνεργατών κοντά στους ιεραποστόλους μας. Υπάρχουν και πνευματικοί λόγοι που υπαγορεύουν αυτήν την ανάγκη. Οι ιεραπόστολοι μας χρειάζονται Έλληνες πιστούς Ορθοδόξους, για να κατηχήσουν, όσο και όσοι μπορούν, να απαντήσουν σε ερωτήσεις και απορίες των κατηχουμένων ακόμη και των νεοφωτίστων, να επιμείνουν να μάθουν σ’ αυτούς να κάνουν ορθοδόξως το σημείον του σταυρού, να τους μάθουν πότε να σηκώνονται και πότε να κάθονται στη Θεία Λειτουργία και στις άλλες Ακολουθίες της Εκκλησίας μας, να διαβάσουν σ’ αυτούς και να εξηγήσουν μερικούς υπέροχους ύμνους μας, να ψάλλουν στην Ελληνική ύμνους της Εκκλησίας μας, εφόσον ελάχιστοι από την Ορθόδοξη Υμνολογία είναι μεταφρασμένοι στις ξένες γλώσσες, κι αν είναι μεταφρασμένοι, οι ορθόδοξοι ιθαγενείς δεν έχουν τα ανάλογα λειτουργικά βιβλία στην κατοχή τους. Με όλες σ’ αυτές τις μορφές της διακονίας να τους δείξουν ότι είναι δίπλα τους στη νέα πορεία τους, μεγάλοι αυτοί αδελφοί της ορθόδοξης πίστης στους νεοφώτιστους και μικρότερους αδελφούς τους. Αυτά τα έργα δεν προλαβαίνει να τα κάνει στην εντέλεια ο μοναδικός ίσως ιεραπόστολος, γι αυτό χρειάζεται συνεργάτες. Και πρωτίστως θα μπορούσε βέβαια να κάνει το έργο της κατήχησης ένας Έλληνας Θεολόγος, αλλά αυτές τις ιεραποστολικές ανάγκες των νεοφώτιστων μπορεί να τις ικανοποιήσει και ένας Έλληνας πιστός και συνειδητό μέλος της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Εκτός όμως από αυτές τις πνευματικές ανάγκες, οι ιεραπόστολοι μας χρειάζονται συνεργάτες και για άλλους, πρακτικούς λόγους. Στις ιεραποστολές λειτουργούν συσσίτια, κτίζονται ναοί και σχολεία, κι επομένως χρειάζονται δίπλα τους οι ιεραπόστολοι έμπιστους συνεργάτες, για να παρακολουθούν την καλή προετοιμασία των φαγητών, την ομαλή λειτουργία των συσσιτίων, την απόδοση των ντόπιων εργαζομένων, να επιβλέπουν τις υπεύθυνες για την καθαριότητα των χώρων της Ιεραποστολής .

Το επιχείρημα που προβάλλεται από πολλούς είναι ότι αυτοί οι συνεργάτες πρέπει απαραίτητα να γνωρίζουν την τοπική επίσημη γλώσσα, Αγγλική ή Γαλλική, για να βοηθήσουν αποτελεσματικά τον Έλληνα ιεραπόστολο και να επικοινωνούν με τους ιθαγενείς Ορθοδόξους. Βεβαίως αυτό θα ήταν το καλύτερο, αλλά, αν σταματήσουμε σ’ αυτήν την προϋπόθεση, τότε είναι βέβαιο ότι κανείς σχεδόν Έλληνας δεν θα βρεθεί δίπλα στον Έλληνα ιεραπόστολο. Κι όμως, Έλληνες συνεργάτες θα μπορούσαν να βοηθήσουν τους Έλληνες ιεραπόστολους και χωρίς να γνωρίζουν την Αγγλική ή Γαλλική, για να καλύψουν όλες αυτές τις ιεραποστολικές ανάγκες που αναφέραμε.

Που είναι όμως οι Έλληνες συνεργάτες των ιεραποστόλων μας; Δυστυχώς δεν υπάρχουν ή, αν υπάρχουν, είναι ελάχιστοι. Κι εδώ διαπιστώνει κανείς με λύπη το μεγάλο κενό στην εκκλησιαστική μας ζωή. Και όπως αργήσαμε να αρχίσουμε το ιεραποστολικό έργο στα νεότερα χρόνια  το κάναμε μόλις πριν από 50 χρόνια, παρά την πολύ εκτεταμένη και πολύ πετυχημένη ιεραποστολική παράδοση της Εκκλησίας μας στα βυζαντινά χρόνια – έτσι τώρα ακόμα εξακολουθεί να υπάρχει στην Εκκλησία μας και στα μέλη της, διοικούντες και ποίμνιο, έλλειψη  καλλιέργειας ιεραποστολικού πνεύματος, εκτός φυσικά ελαχίστων εξαιρέσεων. Το έγραψε πριν από λίγα χρόνια ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, νομίζουμε, ότι Εκκλησία χωρίς Ιεραποστολή είναι Εκκλησία χωρίς αποστολή. Ρωτήσαμε πριν από λίγα χρόνια ένα νεαρό Γερμανό που πρόσφερε τις υπηρεσίες του στην Καθολική Ιεραποστολή της Κένυας, γιατί ήλθε στην Κένυα. Και η απάντηση του ήταν άμεση και σαφής: «Τελείωσα το πανεπιστήμιο και θέλησα να έλθω για ένα χρόνο να βοηθήσω την Ιεραποστολή μας, πριν να αρχίσω να εργάζομαι». Και τόσο χρήσιμος ήταν για τον εκεί Καθολικό ιεραπόστολο, ώστε αυτός τον όρισε αμέσως υπεύθυνο στο ξυλουργείο της Ιεραποστολής του. Κι ένας άλλος νεαρός Ιταλός, όταν του υποβλήθηκε η ίδια ερώτηση, μας απάντησε αναλόγως: «Τελείωσα το Λύκειο στη χώρα μου και ήλθα εδώ να βοηθήσω την Εκκλησία μου στην Ιεραποστολή της για 3-4 μήνες».

Είναι γνωστό ότι στις προτεσταντικές ομολογίες και στους Καθολικούς πιστούς καλλιεργείται από πολλά χρόνια η ανάγκη προσφοράς όχι μόνον οικονομικής βοήθειας αλλά και προσωπικής διακονίας στις ανά τον κόσμον ιεραποστολές τους, γι’αυτό σήμερα και τα εκατομμύρια των ιθαγενών πιστών τους. Είδαμε στην είσοδο ή πρόναο καθολικών, προτεσταντικών και αγγλικανικών «εκκλησιών» του Εξωτερικού φωτογραφίες και πόστερς από τα ιεραποστολικά κλιμάκια που είχαν «υιοθετήσει» οι ενορίες τους και ακούσαμε τους ιερείς τους να ανακοινώνουν στο εκκλησίασμά τους τα «νέα» από τους ομοδόξους τους της Αφρικής ή της Ασίας ή της Νότιας Αμερικής. Έτσι το ενδιαφέρον των ποιμνίων τους διατηρείται ζωηρό, τρέφεται από τα ευχάριστα «νέα» και την «πρόοδο» των μακρινών ομοδόξων αδελφών τους με αποτέλεσμα αρκετοί νέοι και νέες των ενοριών αυτών να αποφασίζουν να διακονήσουν ως ιεραπόστολοι ή λαϊκοί συνεργάτες των ιεραποστόλων τους στις μακρινές χώρες για μεγάλα ή μικρότερα χρονικά διαστήματα.

Οι δικοί μας ηρωικοί Ορθόδοξοι Ιεραπόστολοι αγωνίζονται μόνοι ή με ελάχιστους συνεργάτες, κι αυτούς για περιορισμένα χρονικά διαστήματα. Πού είναι οι νέοι απόφοιτοι των εκκλησιαστικών λυκείων, των Ανωτέρων (Ανωτάτων τελευταίως ) Εκκλησιαστικών Σχολών, πού είναι οι άνεργοι πτυχιούχοι των Θεολογικών Σχολών που μένουν αναξιοποίητοι από την Εκκλησία μας; που είναι οι νέοι των εκκλησιαστικών οργανώσεων να πάνε για κάποια χρονικά διαστήματα να προσφέρουν τις θεολογικές τους γνώσεις, την ψαλτική τους ικανότητα, το νεανικό δυναμισμό τους, να βοηθήσουν τους ιεραποστόλους μας; Πού είναι οι συνταξιούχοι Θεολόγοι και άλλοι πιστοί επιστήμονες, γιατροί δάσκαλοι, καθηγητές, νοσηλευτές να προσφέρουν τις πολύτιμες γνώσεις τους στην πρώτη γραμμή του αγώνα της Ορθοδοξίας για τη διάδοση του σωτηρίου μηνύματος της Αλήθειας;

Όσοι επισκεπτόμαστε  τα ορθόδοξα μοναστήρια μας στο Άγιο Όρος και έξω στον κόσμο, ανδρικά ή γυναικεία, γνωρίζουμε πόσο πολύτιμο έργο επιτελούν στους πιστούς που τα επισκέπτονται για πνευματική βοήθεια και  τόνωση, και γνωρίζουμε επίσης πόσο απασχολημένοι είναι οι μοναχοί και οι μοναχές καθημερινώς με τα διακονήματα τους. Γνωρίζουμε ότι οι μοναχοί και οι μοναχές μερικών μοναστηριών και κελιών της πατρίδας μας ήδη διακονούν στις ορθόδοξες ιεραποστολές ανά τον κόσμον και κάνουν σπουδαίο ιεραποστολικό, πνευματικό και φιλανθρωπικό έργο. Αυτοί όμως είναι ελάχιστοι. Πόσο όμως θα ενισχυόταν το έργο των ορθοδόξων Ιεραποστολών, αν κάθε μοναστήρι ή δύο-τρία μαζί ένιωθαν την ανάγκη να αποστέλλουν κατά διαστήματα και εκ περιτροπής ένα ή δύο αδελφούς ή αδελφές τους ανάλογα, σε συγκεκριμένα ιεραποστολικά κλιμάκια, ώστε και την ορθόδοξη ψαλμωδία να διδάξουν στους Ορθόδοξους ιθαγενείς και την ορθόδοξη κατήχηση να διακονήσουν και ψυχική και πνευματική τόνωση να προσφέρουν στους εκεί Ορθοδόξους Ιεραποστόλους; Γνωρίζουμε ότι η Ιερά Μονή Οσίου Γρηγορίου του Αγίου Όρους από χρόνια έχει ανταποκριθεί στην κλήση του Κυρίου κατά τρόπο συνεχή και αποτελεσματικό με την αποστολή ιερομονάχων και μοναχών της στο Κολουέζι του Κογκό με πρώτο της ιεραπόστολο εκεί τον μακαριστό π. Κοσμά Γρηγοριάτη (Ασλανίδη). Πόσο η οπτική και η προοπτική των Ορθοδόξων μονών της πατρίδας μας θα διευρύνονταν και πιο κοντά στην παραγγελία του Κυρίου «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη…» θα ήταν, αν το παράδειγμα της Ι.Μ.Οσίου Γρηγορίου και μερικών άλλων μονών και κελιών ακολουθούσαν και άλλες ανδρικές και γυναικείες μονές…

Τις τελευταίες δεκαετίες οι ελληνικές πόλεις έχουν διογκωθεί και οι πληθυσμοί τους έχουν αυξηθεί υπέρμετρα, και κατά συνέπεια οι ενορίες μας έχουν μεγεθυνθεί, κι επομένως οι ποιμαντικές ανάγκες είναι πολύ μεγάλες. Γι’αυτό βλέπουμε τρείς ή τέσσερις ή ακόμη και πέντε εφημερίους σε αρκετές μεγάλες ενορίες. Μήπως λοιπόν αυτές οι ιδιαίτερα μεγάλες ενορίες θα μπορούσαν να «υιοθετήσουν» κάποια ιεραποστολικά κλιμάκια με συνέπεια κάποιος ιερέας τους να μπορούσε να πάει για δεκαπέντε ημέρες ή για ένα μήνα στο δικό τους «υιοθετημένο» ιεραποστολικό κλιμάκιο συνοδευόμενος από ένα τουλάχιστον ή περισσοτέρους λαϊκούς πιστούς της ενορίας τους; Η Ενορία του Αγίου Ευθυμίου στο Κερατσίνι της Αττικής που διατηρεί φιλανθρωπικό και Ιεραποστολικό κέντρο με πλούσια δράση, όπως μαθαίνουμε, είναι ένα καλό παράδειγμα κοντά σε πιθανώς άλλες ενορίες που δρουν ανάλογα, αλλά για τις οποίες δεν έχουμε δυστυχώς συγκεκριμένες πληροφορίες.

Και φυσικά, πόσο καλύτερο θα ήταν, αν αυτήν την καλλιέργεια του ιεραποστολικού πνεύματος και την οργάνωση της αποστολής ιερέων και λοιπών συνεργατών των ιεραποστόλων μας την αναλάμβαναν οι Ιερές Μητροπόλεις μας, στις οποίες, με την ευλογία του τοπικού Μητροπολίτη και την ίδρυση ενός Γραφείου Εξωτερικής Ιεραποστολής με υπεύθυνο έναν ιερέα με αγάπη για την Εξωτερική Ιεραποστολή , θα γινόταν η οργάνωση και ο συντονισμός όλων των ιεραποστολικών προσπαθειών της Ιεράς Μητροπόλεως. Μερικές Μητροπόλεις έχουν ήδη παρουσιάσει ενδιαφέρον προς αυτήν την κατεύθυνση  και βοηθούν τους ιεραποστόλους μας και οικονομικώς αλλά και με αποστολή κατά καιρούς ιερέων και λαϊκών συνεργατών των ιεραποστόλων μας, αλλά αυτές οι περιπτώσεις δυστυχώς είναι ελάχιστες.

Βεβαίως γνωρίζουμε ότι οι Ιερές Μητροπόλεις έχουν πολλούς τομείς δραστηριότητας, καλούνται πολλές ποιμαντικές ανάγκες να καλύψουν και μάλιστα τώρα με την κρισιμότητα των οικονομικών, κοινωνικών και πνευματικών καταστάσεων που αντιμετωπίζει η πατρίδα μας. Αναφέραμε πιο πάνω επίσης ότι οι μοναχοί και οι μοναχές στα μοναστήρια μας βρίσκονται σε συνεχή απασχόληση, κι επομένως μια έκκληση για έμπρακτη φροντίδα για τις ανάγκες των Ιεραποστόλων μας ανά τον κόσμο, μεταξύ των άλλων και με την μετάβαση ιερέων, μοναχών και λαϊκών συνεργατών κοντά στους Ιεραποστόλους μας-και ιδιαίτερα στην Αφρική- ίσως ακούγεται παράξενη, παράφωνη, ανεδαφική, εξωπραγματική και ουτοπική. Ίσως· αλλά ο Κύριος με τους λόγους Του «ο μεν θερισμός πολύς, οι δε εργάται ολίγοι»(Ματθ. 9,37), «Πορευθέντες ούν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη»(Ματθ. 28,19) και «Πορευθέντες εις τον κόσμο άπαντα κηρύξατε το ευαγγέλιον πάση τη κτίσει»(Μαρκ. 16,15) δεν έκανε διακρίσεις καιρών· οι λόγοι Του αυτοί είναι αιώνιοι και συνεπώς πάντοτε επίκαιροι. Είναι όμως και αφυπνιστικοί  για μας σήμερα;

Κωνσταντίνος Χριστομάνος

Περισσότερα

60 χρόνια μετά: Εκδήλωση μνήμης Αγίων Ιεραποστόλων