Δεκαπέντε έτη! Πέντε χιλιάδες τετρακόσιες εβδομήντα πέντε ήμερες! Αναρίθμητες ώρες, αμέτρητα λεπτά, ένας ωκεανός δευτερόλεπτα. Κι όμως όλος αυτός ο χρόνος, όλη αυτή η μέτρηση με τις υποδιαιρέσεις της, η οποία απελπισμένα προσπαθεί να βάλει μια κάποια τάξη στο χαώδες διάστημα μεταξύ των γεγονότων, είναι πράξη τόσο υποκειμενική. Ο ίδιος ο ροώδης χρόνος, όπως τον διατύπωσαν οι Άγιοι Πατέρες, το αμφίβολο χωροχρονικό συνεχές των φυσικών επιστημόνων, είναι στον πυρήνα του τόσο ανθρώπινη κατασκευή. Δίχως το ανθρώπινο υποκείμενο, δίχως αυτό το «πάντων χρημάτων μέτρον», δίχως ακόμα- ακόμα αυτή την βιοχημεία του εγκεφάλου μας, τα διαστήματα μεταξύ των γεγονότων θα ήταν ανούσια έως ανύπαρκτα. Είμαστε εμείς, ως φθαρτοί, που θέλουμε σταθερά να μετρούμε την περιοδικότητα της φθοράς μας, των πτώσεών μας, είμαστε εμείς που αντιλαμβανόμαστε τα πάντα εν ροή, και είμαστε σαφώς εμείς οι οποίοι αφ’ ής στιγμής ορίζουμε τον χρόνο, αναλόγως της σημασίας των γεγονότων τον διαστρεβλώνουμε.
Και τι σχέση έχει αυτό με τον αριθμό των 15 ετών; Έχει απόλυτη σχέση. Διότι αυτό το εν πολλοίς ασήμαντο χρονικό διάστημα, εν συγκρίσει πάντοτε με τα έτη που αριθμεί η ανθρωπότητα επί της γης, μέσα όχι απλώς από την υποκειμενική αντίληψη του χρόνου, αλλά από την ασφαλώς αντικειμενικότερη διυποκειμενική συναντίληψη των γεγονότων, τείνει να αποτελέσει την αρχή ενός καταγωγικού μύθου, την αρχή μια κοινής εθνικής-πολιτιστικής μνήμης ενός άκρως συναισθηματικού και εν τω άμα λογικού συλλογικού ασυνειδήτου. Για τον λαό της Μαδαγασκάρης είναι η θλιβερή και συνάμα χαρμόσυνη μέρα· η μέρα κατά την οποία ο πρώτος Ορθόδοξος Επίσκοπος, ο π. Νεκτάριος, δια του φρικτού θανάτου περνά στην όλβια αιώνια ζωή. Είναι η πτώση του μοιραίου Chinook (Σινούκ), ο μυστήριος θάνατος που εισάγει στο μυστήριο του θανάτου σύνολο το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, αφής στιγμής ο δευτερόθρονος θρόνος της Ορθοδοξίας μένει ακέφαλος και πλείστες όσες κατά τόπους Εκκλησίες χάνουν την πατρική μέριμνα των Επισκόπων τους. Μεταξύ αυτών και η Μαδαγασκάρη. Η χώρα αυτή που εισήχθη στην Ορθοδοξία από τον φλογερό και καθ’ όλα ευγενή π. Νεκτάριο αρκείται στο πένθιμο άκουσμα της πνευματικής ορφάνιας, στερούμενη το αυτονόητο, το σώμα, τον νεκρό, την απτή απόδειξη του θανάτου και την παρηγοριά στο πένθος. Η γη που τόσο αγάπησε και την πότισε με τον δικό του ιδρώτα και πολύ περισσότερο με τα δικά του δάκρυα, δεν μπόρεσε να αποτελέσει την στερνή αγκαλιά αναμονής της Αναστάσεως διότι το σεπτό σώμα του εκλιπόντος αρχιερέως δεν εντοπίστηκε ποτέ. Παρά ταύτα, παρά το γεγονός ότι πουθενά δεν υπάρχει κάτι δικό του, ένα κομμάτι του να αποτελεί αφετηρία αναμνήσεων, η παρουσία του στις καρδιές των ανθρώπων είναι πραγματική. Σε πόσα και πόσα χωριά στα βάθη της Νοτίου Μαδαγασκάρης δεν ψέλλιζαν άντρες και γυναίκες σε σπαστά ελληνικά: «Νεκτάριος- Νεκτάριος»! Σε πόσες περιοχές που η μοναδική ένδειξη Ορθοδοξίας είναι μια καλύβα με έναν ξεχαρβαλωμένο σταυρό στη στέγη, άνθρωποι μεγάλης ηλικίας δε μου μιλούσαν για τον π. Νεκτάριο, αυτόν που σωματικώς λείπει δεκαπέντε χρόνια, αλλά η αγάπη του είναι δεμένη στο αιώνιο παρόν!
Δεκαπέντε χρόνια, και η ταπεινή καλόγρια της Τολιάρας, η τότε νεαρή ντόπια που έπραξε το αδιανόητο, έγινε μοναχή σε πίστη πλήρως ξένη αυτής της παραδόσεώς της, μου επιβεβαίωσε την διήγηση της απαιτήσεως του π. Νεκταρίου μετά την επέμβαση καρδίας στο Ωνάσειο Νοσοκομείο Αθηνών, παράτυπα οι θεράποντες ιατροί να του χορηγήσουν άμεσα εξιτήριο, ούτως ώστε να επιστρέψει στη γη του, στα εκατομμύρια παιδιά του, στον μικρό Αμπελώνα του Κυρίου του, τον οποίο με γυμνά χέρια έσκαβε και με το σάλιο των αγαπητικών λόγων του πότιζε.
Ελέγχομαι! Ελέγχομαι συνειδησιακά, διότι πραγματικά μόλις μετά βίας δύναμαι να ακολουθήσω τα βήματα αυτού του τιτάνα της Ιεραποστολής, αυτού του ανθρώπου που πριν είκοσι έτη με συνάντησε δια της πένας του μέσα από τις σελίδες ενός περιοδικού, και με πυρπόλησε με την αγάπη για τον Αμπελώνα του Κυρίου μας που ακόμα δεν έχει καλλιεργηθεί. Δεκαπέντε χρόνια, λοιπόν, και πέντε πανομοιότυπες φράσεις. Πέντε φράσεις που επέλεξε να επαναλάβει κάνοντας το σταυρό του τη στιγμή της εις Επίσκοπον Χειροτονίας του. «Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν, δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν, δόξα τω Θεώ…». Τα λόγια του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου στην μακρά πορεία του προς την εξορία και το βέβαιο θάνατο. Διότι και για τον π. Νεκτάριο το παράτολμο επιχείρημα της Μαδαγασκάρης ήταν εξορία ηθελημένη και βέβαιος θάνατος για τη σωτηρία του λαού, που τον έταξε να διακονεί η Αγία μας Εκκλησία. Και αν οι λέξεις εξορία και θάνατος μοιάζουν σκληρές και αταίριαστες για τη διακονία ενός αρχιθύτου, τις επαναλαμβάνω με τη σειρά μου πενταπλώς κάνοντας τον σταυρό μου, διότι είναι η λέξη «ηθελημένα» που μετουσιώνει το μαρτύριο στο του παραδείσου εισιτήριο.
† Ο Τολιάρας & Νοτίου Μαδαγασκάρης Πρόδρομος