Οι Άγιοι Αιμίλιος και Κάστος οι Αφρικανοί

Τους αγίους Αιμίλιο και Κάστο τους συναντάμε στα μέσα του 3ου  αι. μ.Χ. στην Καρχηδόνα, μια σπουδαία πόλη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αλλά και της Αφρικανικής Ηπείρου. Δυστυχώς, δε γνωρίζουμε αρκετά βιογραφικά στοιχεία των αγίων. Ωστόσο, θα εκμεταλλευτούμε γι’ αυτή την παρουσίαση όσα σχετικά μάς παραθέτουν οι άγιοι Κυπριανός, επίσκοπος Καρθαγένης, και ο ιερός Αυγουστίνος. Αυτοκράτορας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ήταν ο ειδωλολάτρης Δέκιος, εχθρός του Χριστιανισμού και αμείλικτος διώκτης των πιστών. Δεν έχουμε σαφείς πληροφορίες για το αν οι άγιοι Αιμίλιος και Κάστος κατάγονταν από χριστιανικές οικογένειες ή αν ασπάσθηκαν τον χριστιανισμό σε μεγαλύτερη ηλικία.

Στο διωγμό κατά των χριστιανών οι άγιοι βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα. Το δίλημμά τους τεράστιο: το κόστος, από τη μία, τερατώδες και φρικτό. το μαρτύριο, ο θάνατος δια πυράς, και από την  άλλη, υποτιμητικό, δειλό, πνευματικώς άνανδρο να αρνηθούνε την πίστη τους, να σώσουν την επίγεια, περιορισμένη τοπικά και χρονικά ζωή τους και να χάσουν την αιώνια ψυχή τους. Δυστυχώς, αρχικά, επέλεξαν το δεύτερο.  Δηλαδή, αρνήθηκαν την πίστη τους μπροστά στη βεβαιότητα της ωμότητας του μαρτυρίου και θυσίασαν στο βωμό προς τιμήν των ειδωλολατρικών θεοτήτων που βρίσκονταν στο Καπιτώλιο. Έγιναν «πεπτωκότες». Σ’ ένα κείμενό του περί των πεπτωκότων, ο άγιος Κυπριανός επίσκοπος Καρχηδόνας αναφέρει:

Όταν ήρθε οικειοθελώς στο Καπιτώλιο, όταν με τη θέλησή του πλησίασε στην υπακοή του σκληρού εγκλήματος, δεν έτρεμε η καρδιά του, δεν έπεσαν κάτω τα χέρια του; Δεν έχασε τις αισθήσεις του, δεν κόλλησε η γλώσσα, δε χάθηκε ο λόγος του; Μπόρεσε να σταθεί εκεί ο δούλος του Θεού και να μιλήσει και να αρνηθεί τον Χριστό, όταν αυτός είχε αποκηρύξει ήδη το διάβολο και τον κόσμο; Εκείνος ο βωμός, τον οποίο πλησίασε, δεν ήταν αφανισμός για κείνον; Δεν όφειλε να τρομάζει και να φύγει από το βωμό του διαβόλου, ο οποίος είχε φανεί να καπνίζει και να αναδίδει βδελυρά, σαν να ήταν κηδεία και ταφή της ζωής του; Γιατί φέρνεις μαζί σου, άθλιε, σφάγιο, για να θυσιάσεις; Ο ίδιος είσαι σφάγιο στους βωμούς· ο ίδιος ήρθες ως θύμα. Εκεί θυσίασες τη σωτηρία σου, την ελπίδα σου· εκεί κατέθεσες την πίστη σου στα νεκρικά πυρά».

(Φωτίου Ιωαννίδη, Κυπριανός Καρχηδόνας De Lapsis οι πεπτωκότες, εκδ.«Πουρναρά», Θεσσαλονίκη 2013, σσ. 55-57)

Συλλογιζόμενοι οι ήρωες της πίστης μας την πτώση τους και το τραγικό για τη σωτηρία τους σφάλμα που επιτέλεσαν, μετανόησαν. Τους έλεγξε η συνείδησή τους καθώς επίσης και το πνεύμα δικαιοσύνης που είχαν, αφού έντονα διακατέχονταν από το συναίσθημα ότι αδίκησαν τον Θεό. Γι’ αυτό και ο ιερός Αυγουστίνος σε μία ομιλία προς τιμήν τους επισημαίνει:

Τους μάρτυρες δεν τους κάνει η τιμωρία ή τα βασανιστήρια που υφίστανται, αλλά η δικαιοσύνη τους. Ο Θεός ευφραίνεται όχι με τους πόνους και τα μαρτύριά μας, αλλά με τη δικαιοσύνη μας. Γι’ αυτό ας μην κοιτάμε το μαρτύριο κάποιου, αλλά το σκοπό του μαρτυρίου. Για παράδειγμα, οι δύο ληστές που σταυρώθηκαν μαζί με τον Κύριο: είχαν την ίδια τιμωρία με εκείνον, αλλά εκείνοι σταυρώθηκαν για τα ανομήματά τους, ενώ Εκείνος για να συγχωρεθούν οι δικές μας αμαρτίες. Επίσης, οι δωρεές του Αγίου Πνεύματος δίνονται από τον Κύριο. Γι’ αυτό όσοι έχουν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους εγκαταλείπονται από το Θεό, όπως ο Πέτρος, που τόλμησε να πει πως θα δώσει την ψυχή του για χάρη του Κυρίου και ο Κύριος τού αποκάλυψε ότι σύντομα θα τον απαρνηθεί τρεις φορές.  Έτσι και οι μάρτυρες Κάστος και Αιμίλιος, όσο είχαν μεγάλη εντύπωση για τον εαυτό τους, υφίσταντο ήττες, ενώ ο Θεός τούς βοήθησε, όταν άρχισαν να πολεμούν το διάβολο και ταπεινώθηκαν. Γιατί και η σωτηρία μας στηρίζεται στην ταπείνωση του Κυρίου: δεν θα είχαμε γνωρίσει τη σωτηρία, αν ο Κύριος δεν καταδεχόταν να ταπεινωθεί για χάρη μας. Ας τιμούμε λοιπόν τους μάρτυρες έχοντας ευλάβεια κι όχι με απερισκεψία και επιπολαιότητα, έχοντας σταθερότητα, αλλά όχι πείσμα, με ενότητα και όχι με τη διαίρεση των αιρέσεων. Αν θέλουμε να μιμηθούμε τους μάρτυρες, ας μιμηθούμε τη δικαιοσύνη τους.

(Αυγουστίνου Ιππώνος, Sermo 285, Indie Natali martyrum Casti et Aemilii, PL 38, 1293-1297).

Μετανόησαν ο Κάστος και ο Αιμίλιος και οδηγήθηκαν στο μαρτύριο. Τους συγχώρεσε ο Κύριος και, όπως τονίζει ο άγιος Κυπριανός, «αν και νικήθηκαν στην πρώτη μάχη, αναδείχτηκαν νικητές στη δεύτερη. Αυτοί που υποχώρησαν προηγουμένως μπροστά στις φλόγες, έγιναν ισχυρότεροι από τις φλόγες κι εκείνα, που τους είχαν νικήσει, τώρα τα νίκησαν. Εκείνοι δεν ικέτευαν για οίκτο με δάκρυα, αλλά για τις πληγές του· όχι με θρηνητική φωνή αλλά και με σκισίματα και πόνο του σώματός τους. Αίμα έτρεχε αντί για θρήνους, αίμα έρρεε αντί για δάκρυα από τα μισοκαμμένα  σπλάχνα τους» (Φωτίου Ιωαννίδη, Κυπριανός Καρχηδόνας, De Lapsis, οι Πεπτωκότες, εκδ.«Πουρναρά», Θεσσαλονίκη 2013, σσ. 65-67).

Η μνήμη τους τιμάται στις 22 Μαΐου εκάστου έτους.

Οι Άγιοι της Αφρικής

Με αφορμή την μνήμη των αγίων Αιμιλίου και Κάστου θα εστιάσουμε την προσοχή μας στους αγίους της Αφρικής και στο κατά πόσον η προβολή τους από τους ιεραποστολικώς εργαζομένους αδελφούς στους ομογενείς Aφρικανούς μπορεί να βοηθήσει τους νεοφωτίστους -και όχι μόνο- Xριστιανούς.

Εορτή Αγίου, μίμησις Αγίου. Αξίζει δηλαδή να τιμούμε τους αγίους εντρυφώντας στους πνευματικούς αγώνες του βίου τους θέτοντάς τους ως πρότυπά μας, διότι μας ωθούν στην αγιότητα, όπως τονίζει πολύ χαρακτηριστικά ο ιερός Χρυσόστομος: «ὅταν ἀκούσωμεν τοῦ μέν τήν ὑπομονήν, τοῦ δέ τήν σωφροσύνην, ἑτέρου τό περί τήν φιλοξενίαν ἔτοιμον, καί ἑκάστου τήν πολλήν ἀρετήν, καί ὅπως τούτων ἕκαστος διέλαμψεν καί περιφανέστερος γέγονεν, εἰς ὅμοιον διεγειρόμεθα ζῆλον» (Βενεδίκτου Ιερομονονάχου, Χρυσοστομικόν Ταμείον, εκδ.«Συνοδεία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου», Άγιον Όρος 2002, σ. 77).

Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός πως όλοι έχουμε μια ιδιαίτερη αγάπη και αδυναμία στους συντοπίτες μας αγίους ή ακόμα και σ’ αυτούς που με κάποιο τρόπο συνδεόμαστε ξεχωριστά και μοναδικά. Ίσως ξενίζει στα αυτιά μερικών αυτή η επιλογή και η ιδιαίτερη σχέση ενός ανθρώπου με έναν άγιο. Εντούτοις, είναι απολύτως φυσιολογική αφού άγιοι και αγωνιζόμενοι Xριστιανοί είμαστε ζωντανά μέλη του σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας. Η δε κοινωνία και η ενότητα μεταξύ θριαμβεύουσας και στρατευομένης Εκκλησίας είναι αδιαμφισβήτητη και άρρηκτη. Μάλιστα, ο ιερός πατήρ υπογραμμίζει για τους αγίους: «Ὧσπερ ἦσαν φιλόθεοι, οὕτω καί φιλόστοργοι μάλιστα πάντων ἀνθρώπων οἱ ἅγιοι» (Βενεδίκτου Ιερομονονάχου, Χρυσοστομικόν Ταμείον, εκδ.«Συνοδεία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου», Άγιον Όρος 2002, σ. 79).

Συνεπώς, οφείλουμε να αναδείξουμε τους αφρικανούς αγίους

  • με εκδόσεις συναξαριών,
  • μέσω κηρυγμάτων και τελώντας βαπτίσεις με τα ονόματά τους
  • με την κατασκευή ναών προς τιμήν τους και
  • με τη δημιουργία αγιογραφιών που απεικονίζουν τους αγίους, όπως ακριβώς ήταν όταν ζούσαν και όχι όπως οι αγιογράφοι τους φιλοτέχνησαν (τις περισσότερες φορές με ανοιχτόχρωμα χρώματα και όχι σκούρους στην επιδερμίδα),

με απώτερο σκοπό να καταστήσουμε τους άγιους προσιτούς στη ζωή των Aφρικανών αδελφών μας, έτσι ώστε να συνδεθούν με περισσότερη ευκολία και οικειότητα μαζί τους αναγνωρίζοντάς τους ως ένα κομμάτι της πνευματικής τους ιστορίας και καταγωγής. Πάνω απ’ όλα όμως, θα αποκτήσουν τη βεβαιότητα ότι και αυτοί μπορούν, αν φυσικά το θέλουν, ν’ αγγίξουν την αγιότητα άσχετα με το χρώμα του δέρματος, το φύλο και την προέλευση, αφού για τον Θεό -όπως τονίζει ο απόστολος των εθνών- «οὐκ ἔνι ᾿Ιουδαῖος οὐδὲ ῞Ελλην». «Πάντες γὰρ» ἡμεῖς «εἷς» ἐσμέν «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. 3,28).

60 χρόνια μετά: Εκδήλωση μνήμης Αγίων Ιεραποστόλων