Πώς ξεκίνησε ο π. Χρυσόστομος Παπασαραvτόπουλος στην Αφρική

Του Γέροντα Μητροπολίτη Ναϊρόμπι κ. Μακαρίου • Μέρος Γ΄

Για πολλές δεκαετίες ασχολούμαι με τη ζωή και το έργο του αείμνηστου πρωτοπόρου ιεραποστόλου π. Χρυσόστομου Παπασαραντόπουλου. Δεν είχα την ευλογία να τον γνωρίσω προσωπικά, όμως πιστεύω, η Θεία Πρόνοια με έναν άλλο τρόπο τον έφερε μέσα στην πορεία της ζωής μου, όταν ακόμη ήμουν έφηβος. Στα κατηχητικά και στις ομάδες, όταν ήμουν δεκαπέντε χρονών, μας μιλούσαν για την Εξωτερική Ιεραποστολή. Ο π. Χρυσόστομος ήταν συμμαθητής με Κύπριους νεαρούς, τότε ιεροδιακόνους και κληρικούς, όπως και με τον πρώτο Ορθόδοξο Αφρικανό θεολόγο, π. Θεόδωρο Ναγκιάμα, τον μετέπειτα επίσκοπο Ναυκράτιδος και τέλος πρώτο Μητροπολίτη Ουγκάντας. Οι συχνές αυτές αναφορές στα κατηχητικά σχολεία, στην Εξωτερική Ιεραποστολή μάς ενεψύχωσαν όλους, μας άνοιξαν τα φτερά και έτσι όπως ήμαστε έφηβοι, αρχίσαμε να κάνουμε όνειρα ότι μια μέρα θα πετούσαμε και θα πηγαίναμε στην Αφρική ιεραπόστολοι. Όσο κι αν ήταν αυτό κατά κάποιο τρόπο ενθουσιώδεις νεανικοί παλμοί, στο τέλος φαίνεται ότι ενήργησε η Θεία Πρόνοια και κατεύθυνε τα βήματά μας σε αυτό το χώρο τον τόσο αγαπητό, που λέγεται Αφρική και ιδιαίτερα στην ανατολική Αφρική.

Μέσα από τις διάφορες εκδηλώσεις που σαν μαθητές εργαστήκαμε όλοι μας, με σκοπό να προωθήσουμε το έργο της Εξωτερικής Ιεραποστολής στην ανατολική Αφρική, ήταν και η συλλογή χρημάτων για να χτίσουμε το πρώτο ιεραποστολικό κέντρο στην Καμπάλα της Ουγκάντας. Τότε μαζεύτηκαν μερικά χρήματα τα οποία στάλθηκαν μέσω του Πρωτοσύγκελλου-Αρχιερατικού Επιτρόπου της τότε Ιεράς Μητροπόλεως Κιτίου, Αρχιμανδρίτη Νικολάου Σιδερά, ο οποίος ήταν συμμαθητής και φίλος του π. Χρυσοστόμου. Ο π. Νικόλαος κάλεσε τον π. Θεόδωρο, επίσης νεαρό συμμαθητή του, να μας επισκεφθεί στην Κύπρο και να μας μιλήσει για το έργο που γίνεται στην ανατολική Αφρική. Πράγματι, ο π. Θεόδωρος Ναγκιάμα ήρθε στο νησί μας και αναφέρθηκε λεπτομερώς για το ιεραποστολικό έργο στην ανατολική Αφρική, στα κατηχητικά σχολεία και στις ομάδες, καθώς επίσης και στα κηρύγματά του σε διάφορους ναούς της πόλεως Λεμεσού. Θυμάμαι τότε, που προσωπικά δεν έχασα σχεδόν καμία από τις ομιλίες του. Κυκλοφορούσα με το ποδήλατό μου και πήγαινα στους ναούς και στους χώρους όπου ο π. Θεόδωρος Ναγκιάμα θα μιλούσε για την Εξωτερική Ιεραποστολή, ιδιαίτερα για το έργο που γινόταν στην ανατολική Αφρική και τον άκουγα να μιλά με μεγάλο ζήλο.

Ανάμεσα στις ιστορίες που μας έλεγε –και το έλεγε με πολύ ενθουσιασμό– ήταν και για την παρουσία ενός Έλληνα ιεραποστόλου, του π. Χρυσόστομου Παπασαραντόπουλου. Θυμάμαι που το τόνιζε γιατί πίστευε κι ο ίδιος ότι ήταν απαραίτητη η παρουσία Ελλήνων ιεραποστόλων στο χώρο της ανατολικής Αφρικής. Έτσι λοιπόν, από ενθουσιασμό κινούμενος κι εγώ, του ζήτησα να μου δώσει τη διεύθυνση και το ακριβές όνομα του π. Χρυσόστομου, του Έλληνα αυτού ιεραπόστολου στον χώρο της ανατολικής Αφρικής. Το πήρα και χωρίς να χάσω καιρό τού έγραψα το πρώτο μου γράμμα, που χρονολογείται –βάσει των επιστολών του αλλά και των αντιγράφων των δικών μου επιστολών που κατέχω– λίγο μετά την άφιξή του στην Αφρική, το 1961. Έγραφα τότε τις επιστολές που του έστελνα μέσα σε ένα μεγάλο τετράδιο για λόγους αρχείου –απορώ κι εγώ πώς μου ήρθε η ιδέα από τα δεκαπέντε μου χρόνια να κρατώ αρχείο των επιστολών που έγραφα. Όπως εκείνος, έτσι κι εγώ, είχαμε μεγάλη αδυναμία στην αλληλογραφία. Έγραφα και ο π. Χρυσόστομος μού απαντούσε. Του ξαναέγραφα και μου απαντούσε και πάλι. Η αλληλογραφία μας αυτή κράτησε μέχρι και τις παραμονές του θανάτου του. Αρκεί να σας πω ότι το τελευταίο του γράμμα προς εμένα το έγραψε όταν ήταν πια στο Ζαΐρ, μέρες προτού πεθάνει.

Ο π. Χρυσόστομος έψαχνε να βρει βοηθούς. Σε μία μάλιστα συζήτηση που είχαμε, με παρακινούσε, παρόλο που ήμουνα ακόμη πολύ νέος, να πορευθώ προς την Αφρική, να πάω στο ελληνικό τότε γυμνάσιο που υπήρχε στην Αρούσια, να τελειώσω και στη συνέχεια να μείνω εκεί να τον βοηθήσω. Είχε αυτή την επιθυμία. Η αλληλογραφία μας κράτησε δώδεκα ολόκληρα χρόνια και είναι, θα έλεγα, μία αλληλογραφία αποκαλυπτική. Πιστεύω ότι ούτε ο ίδιος ο π. Χρυσόστομος μπορούσε να διανοηθεί ότι μία μέρα θα ερχόμουνα στην ανατολική Αφρική και κατά κάποιο τρόπο θα συνέχιζα το έργο το οποίο εκείνος ξεκίνησε. Ούτε κι εγώ μπορούσα τότε να διανοηθώ ότι η πρόνοια του Θεού θα οδηγούσε τα βήματά μου σε αυτό τον τόσο αγαπητό, άγνωστο για μένα μέχρι τότε, χώρο της ανατολικής Αφρικής. Ψάχνοντας μέσα στο αρχείο μου βρήκα τις επιστολές αυτές. Ενδεικτικά παραθέτω αυτούσια την πρώτη επιστολή του προς εμένα με ημερομηνία 20 Σεπτεμβρίου 1961:

Αγαπητό μου παιδί, Ανδρέα, χαίρε εν Κυρίω. Αν και πέρασαν σχεδόν τρεις μήνες, αφ’ ότου έλαβα την τόσον ενθουσιώδη και συγκινητικήν επιστολήν σου, της 25/6/ε.έ, δεν διέφυγες καθόλου από την ενθύμησίν μου. Η βραδύτης οφείλεται, κυρίως, εις την πάλην μου με το βαρύ, δι’ εμέ, κλίμα των κατά τ’ άλλα ωραίων τούτων τροπικών τόπων, που είναι διαρκώς καταπράσινοι με μίαν αιωνίαν άνοιξιν. Με φιλοξενούν, με διαρκείς και ισχυρούς πονοκεφάλους, ο δε Ιούλιος και μέρος του Αυγούστου με πείραξαν πολύ. Τώρα, με την βοήθειαν του Θεού, κατεπραΰνθηκαν πολύ και ανέπνευσα κάπως. Άλλο εμπόδιον είναι η πολλή εργασία, ιδίως στην αλληλογραφίαν, υπέρ της Ιεραποστολής μας. Ήδη, έχω εμπρός μου ένα ογκώδη φάκελλον από αναπάντητες επιστολές πολλών μηνών και άφησα αρκετές, για να δώσω σειρά στη δική σου. Η χαρά μου είναι πολύ μεγάλη, για τον ιεραποστολικόν ζήλον τον δικόν σου, καθώς και άλλων παιδιών και της Κύπρου και όλης της Ελλάδος, που μου γράφουν φλογερές επιστολές. Όταν ήμην νέος ήμαστε πολύ λίγα παιδιά, που με τον φωτισμόν και την έμπνευση του Χριστού μας κάναμε το μεγάλο κίνημα και, με την οδηγίαν ελαχίστων πνευματικών πατέρων, ιδρύθησαν τα Κατηχητικά Σχολεία. Και σήμερα η ευλογία και η χάρις του Αγίου Πνεύματος γέμισε όλον τον ελληνικόν κόσμον, με πλήθος αγίων πνευματικών πατέρων και συνειδητών χριστιανών θεολόγων και λοιπών επιστημόνων, με εκατοντάδες δε χιλιάδων φλογερής χριστιανικής νεολαίας αμφοτέρων των φύλων.

«Ποιος θα μπορούσε να το ειπή πως τοσο γρηγορα οι καρποι θ’ ανέβαιναν στους κλώνους…».

Έτσι έγραφε, προ 20ετίας, κάπου, ο αείμνηστος ποιητής μας, Γ. Βερίτης. Αν ζούσε σήμερα, δεν θα ήξευρε τι να ειπή ο ίδιος εμπρός εις το τόσον πλήθος των πνευματικών καρπών.

Αλλά ας κάνωμε και την γνωριμίαν μας, όπως το επιθυμεί η νεανική σου ψυχή. Ο γράφων χριστιανικός σου φίλος και πνευματικός πατήρ είναι ο, κατά κόσμον, Χρήστος Θεοδ. Παπασαραντόπουλος. Γεννήθηκε στο Βασιλίτσι, ένα μικρό πτωχό χωριό πλησίον της ιστορικής Κορώνης, του Νομού Μεσσηνίας της Πελοποννήσου. Από 5 ετών αγάπησε πολύ τα γράμματα αλλά η πτωχή οικογένειά του δεν μπόρεσε να τον προχωρήση πέραν της 4ης του Δημοτικού, που είχε το χωριό. Ευτυχώς, οι κηδεμόνες του δεν τον κράτησαν, βεβαίως, αλλά τον άφησαν να μπη 16ετής στο Μοναστήρι, όπου, με την φώτισιν του Θεού, έμαθε να εννοή καλώς την Αρχαίαν Ελληνική, την αθάνατον αυτήν κληρονομιάν της ανθρωπότητος, ιδιώς δε, να κατανοή τα πρωτότυπα της Παλ. και Κ. Διαθήκης και των Εκκλησιαστικών Πατέρων. Έμεινε δόκιμος, μέχρι που 20 ετών προσήλθε στας τάξεις του Ελληνικού Στρατού, επί 29 μήνες. Απολυθείς, επανήλθε στο Μοναστήρι και έγινεν ο μοναχός και, λίγο αργότερα, ο ιερομόναχος Χρυσόστομος. Επεδόθη, όλα τα χρόνια, στην εσωτερική ιεραποστολή και γέρων, πλέον, αφού εγνωρίσθη με τους Μαύρους αδελφούς, ετελείωσε την θεολογία και ήλθεν εδώ μόνον και μόνον όπως, του Κυρίου συνεργούντος, ανοίξη τον δρόμον στους νέους ιεραποστόλους. Έχει τώρα 59 φθινοπώρους στους αδύνατους ώμους του.

Ο π. Θεόδωρος Ναγκιάμα, τώρα είναι εδώ, μένομεν μαζί και συνεργαζόμεθα. Κτίσαμε και τα πρώτα κελλιά του πρώτου ορθόδοξου ιεραποστολικού Μοναστηριού και περιμένομεν τους εργάτας, γιατί έχει πολλή εργασία εδώ.

Λοιπόν, αγαπητέ μου Ανδρέα, τράβηξε εμπρός με την χάριν και βοήθειαν του Χριστού μας. Αν ο Κύριος μ’ αφήση να εργασθώ 8-10 χρόνια θα είμαι ευτυχής να παραδώσω σε σένα, τον Ανδρέα Τηλλυρίδη, από την Λεμεσόν της Κύπρου, την συνέχειαν του ιερού έργου. Πολλές πολλές ευχές σε όλα τα χριστιανόπουλα και τα καλά παιδιά της Λεμεσού και σ’ όλον τον κόσμον αυτόθι.

Με την αγάπη του Χριστού μας

Αρχιμ. Χρυσ. Παπασαραντόπουλος».

Είναι κι άλλοι που είχαν αλληλογραφία με τον π. Χρυσόστομο και μου έδωσαν από το προσωπικό τους αρχείο, επιστολές που ο ίδιος τους έγραφε. Παραθέτω απόσπασμα από επιστολή του σε φίλους του:

Αγαπητοί μου Φίλοι,

Όσον και αν είμαι κουρασμένος από την ολιγοήμερη περιοδεία και τα συνακολουθούντα αυτήν (λόγια πολλά, δίψα, κακοφαγία, στέρησις του ελαχίστου μεσημβρινού ύπνου κλπ.) επιθυμώ να σας κάμω το ταχύτερον συμμετόχους της πνευματικής χαράς και ικανοποιήσεως ψυχικής, της οποίας μας αξίωσεν ο Κύριος σήμερον Εορτήν της Υπαπαντής του Σωτήρος το πρωί εις την Θ. Λειτουργίαν. Θα είναι δε αυτά που θα σας ειπώ μία έμπρακτος απάντησις εις όσους δυσπιστούν εις το συντελούμενον εδώ ιεραποστολικόν έργον της διαδόσεως της Ελληνικής Χριστιανικής Ορθοδοξίας. Στηριχθήτε και βαδίσατε,θαρραλέα και γενναιόφρονα, κατόπιν της ιερής σημασίας που υψώσατε. Στήτε αμετακίνητοι «ιεραποστολείς»και αφειδώλευτοι αvεφοδιασταί του ιερού τούτου μετώπου, όπου διεξάγεται η ενδοξότερη χριστιανική μάχη των ημερών μας. Μη φοβηθήτε «μηδεμίαν πτόησιν» έσωθεν ή έξωθεν προερχομένην…».

Αλλά, για να συμπληρώσουμε και να δούμε ανάμεσα στις εκατοντάδες επιστολές που έγραψε, μόλις πάτησε το πόδι του στη γη της Αφρικής, γράφει στις 13 Ιουνίου 1960:

Ιδού ο φίλος σας (εν Χριστώ) ο π. Χρυσόστομος Ιεραπόστολος εις τα βάθη της Αφρικής. Ποιος μπορούσε να φαντασθή ένα τέτοιο πράγμα, όταν πρωτογνωρισθήκαμεν με όλους τους καλούς φίλους εν Θεσσαλονίκη προς 15ετίας περίπου;

Μεγάλη η δύναμις και η χάρις του Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού; «Πόθεν μοι τούτο; Ουδείς ειμί εγώ και τις ο οίκος του πατρός μου», ώστε v’ αξιωθώ να προσφέρω κάτι εις τον Χριστόν;

Και ακόμη ο Κύριος έστειλε τους αγγέλους Του και απεμάκρυναν κάθε εμπόδιον, ώστε να φθάσω εδώ χωρίς καμίαν σοβαράν δυσκολίαν. Ήτο λίαν συγκινητικόν και έφθανα μέχρι δακρύων, όταν κατά το ταξείδι έβλεπα τις πόρτες να ανοίγουν η μία μετά την άλλην, όπως εκείνες της φυλακής του Αποστ. Πέτρου.

Χαιρετώ, λοιπόν, από την μακρυνήν αυτήν χώραν τους παληούς εκλεκτούς μου φίλους της Θεσσαλονίκης και παρακαλώ θερμώς να εύχωνται και να προσεύχωνται να με φωτίζη και να με ενισχύη ο Κύριος να εργασθώ ολίγον προς δόξαν Αυτού και της Εκκλησίας Του εδώ που ήλθα, υπακούων εις μυστικήv εντολήν Του. Ο εδώ Μητροπολίτης Ειρηνουπόλεως Νικόλαος εχάρη πολύ και μου ανέθεσε την Γεν. Γραμματείαν της Ιεραποστολής. Η Εξωτερική Ιεραποστολή της Εκκλησίας μας είναι πλέον γεγονός. Όλοι οι ευσεβείς Έλληνες πρέπει να ενδιαφερθούν και να συνδράμουν. Οι Αφρικανοί προσχωρούν συνεχώς εις την Ορθοδοξίαν και είναι η μεγαλύτερη ευκαιρία δράσεως…».

(Συνεχίζεται)

60 χρόνια μετά: Εκδήλωση μνήμης Αγίων Ιεραποστόλων